Πώς να αποδομούσανε μια τραγωδία στα μουλωχτά
Με διφορούμενα τραγούδια και κρυμμένα κλείστρα καλά;
Ναύτη που τη στεριά εμίσησες
Και στα κατάρτια εδέθης
Δεν ξέρεις πια τους χάρτες να κοιτάς
Κι εμένα μες τα μάτια
Κρυφοκοιτάς τον ουρανό
με ένα ταφ ακέφαλο
ανάμεσα στα δόντια
Τη θάλασσα κάποτε κρυφακούς
σε βότσαλο μεταμφιεσμένος
Σαν τραμουντάνα* σηκώνει κύμα θεόρατο
απ’ τον Βορρά στο Νότο
-Κι ύστερα κρύβεται η ίδια από σένα φοβισμένη-
Πώς να αποδομούσανε μια τραγωδία στα μουλωχτά
Με ύμνους εις ώτα μη ακουόντων
Πέρασαν όλοι οι διάσημοι από την ασημένια στράτα
Τώρα πια παρελαύνουν τα ρομπότ
Φρουροί ξενοφτιαγμένοι θάνατο τρατάρουν*
Σ’ όσους μετακινούνται απ΄ την ιερά οδό
Στρατοί με μόνα μέλη ανθρώπινα
αστράγαλο γάμπα και λαιμό
στραγγίζουν από τη ψυχή το λιγοστό μεδούλι
Κι έμειναν δεξιά κι αριστερά τα γκρεμισμένα Κάστρα
Σαν Ήπιε ο κονδυλοφόρος ο ύστατος
Κατράμι και οξύ στη γάστρα* με κουτάλα
Παρασκευή Έπαιζε Πάστρα ο Θεός
με Πέμπτη φυλή τα Άστρα
Πάνω στη Θεία Τράπεζα μοίραζε τα χαρτιά
Κόντρα στη μόστρα* που προβάλλανε
πιστοί πα΄ στις οθόνες
Σαν έστηνε την τραβέρσα* του
του πειρατή ο εχθρός
Πώς να αποδομούσανε μια τραγωδία στα μουλωχτά
Από το τραβολόγημα στου αθώου τραβεστί
την υπογεγραμμένη κάρτα
Έφερε τ’ άγριο τραγάνισμα στον χάρτη νέες ηπείρους
Κι όλο πηγαινοερχότανε καράβι ένα άδειο
Το Σάββατο το τραγί που κλαιγοβέλαζε
Τον ναύτη εκαλούσε
Κι εκείνος τα ώτα κάλυψε
Και έλυσε τα χέρια
Πίσω στα εργοστάσια
Σε ορδές* οι εργάτες
Που ακούσανε το
ΤΕΡΜΑ ΟΙ ΕΞΑΓΩΓΕΣ ΤΕΡΜΑ ΤΑ ΤΡΑΝΖΙΤ
Ζητωκραυγάζανε και ρίχνανε
Στον αέρα τις τραγιάσκες*
Μα στον Θεό ακούστηκε
Σαν ένα Τραγούδισμα του τέλους
τέσσερις έστειλε Καβαλάρηδες
Με σάλπιγγες και σφραγίδες
Κι ακούστηκαν τρακαρίσματα
Κι ακούστηκαν κραυγές
Κι ύστερα όλα σώπασαν
Τα πρώτα σοφά τρανζίστορ
Ήτο να εμφανιστούν.
Έτσι – που λες – αποδομήσανε την τραγωδία στα μουλωχτά
Με τραμ και λεωφορεία αδειανά
Με τα μετρό μισοφτιαγμένα
Και στα χωριά τα κάρα αναποδογυρισμένα
Κι οι μύλοι στα πάρκα αθόρυβοι
αντίστροφα γυρνάγανε
Πείσμα στη δεξιοστροφία.
Και οι τραμπάλες σε ευθυγράμμιση
Χωρίς πια άγριους τραμπούκους*
Να τις ζαλίζουν άδικα
Τέτοια ήταν η τελευταία Κυριακή
Χωρίς μια Λειτουργία
Ένα κουτάλι Κοινωνία
κι όλα της γης τα ζωντανά
Έψαχναν κάτι που παράξενα δεν ήταν
Κατέληξε η τράκα* ετούτη της ζωής
Σίγουρα η τελευταία
Και μ’ ένα τέτοιο τέλος τραγελαφικό
Διασκέδασε μόνο ο ναύτης
Που εκείνη τη μέρα
αμέλησε
Στο κατάρτι να δεθεί
Και τα αυτιά να ανοίξει
Και δεν μαγεύτηκε ευτυχώς
από την τρακατρούκα*
των τραμβαγέρηδων* του Θεού
Και στην ξηρά κατέβηκε
Στον ώμο ραμμένο τράστο*
Τρακόσιους να συναντήσει τράγους
-Κι ένα σβηστό τρακτέρ-
*τραμουντάνα= βόρειος άνεμος
*τρατάρουν=κερνούν
*γάστρα=πήλινο δοχείο φούρνου
*τραβέρσα=ξύλινο κομμάτι στήριξης στα καράβια
*ορδές=πλήθος ανθρώπων σε γραμμική πορεία
*τραγιάσκες=σκούφοι εργατών
*τραμπούκος=ταραξίας
*τράκα=ανεπιθύμητος "δανεισμός"
*μόστρα=εξιδανικευμένη εμφάνιση
*τρακατρούκα=ήχος έμπνευστου
*τραμβαγέρης=εισπράκτης εισιτηρίου σε τραμ
*τράστο=δερμάτινο ταγάρι
No comments:
Post a Comment