Wednesday, November 14, 2007

Οδύνη, Οδύνη Γαργαλίστρα



Όλοι έχουν φύγει απ΄ τη γιορτή.
Δεν έμεινε τίποτα, κανείς να μας ακούσει.
Υγρού εμετού και ιδρώτα μόνο η μυρωδιά
Νάυλον σκισμένα και χαρτιά
Η όψη στιλπνή της στάχτης στο πάτωμα υγρής.

Ότι που τα φώτα σβήσανε,
Δεν φεύγουμε κι εμείς, στην τσάντα ο πόνος;
Υαλοβάμβακες σκισμένοι,
Να φύγουμε, μην ακουστούμε άλλο.
Ήταν, το γνώριζες, μονονύκτιο το γιορτάσι.

Γιατί απλώνουμε τα χέρια
Αγγίζοντας σκοτάδι και κενό;
Ραγδαία θα χαράξει η αυγή,
Γυμνές θα μας πετύχει, στην τσάντα ο πόνος.
Αφημένες σε μια άχαρη σύγχυση,
Λαχανιασμένες μελωδίες λαϊκές.
Ίσως το φως να διηθίσει το γδικιό
Στεκάμενο σ’ ένα σπασμένο μπαγλαμά
Τριμμένο χρόνια εκατό, μα άβγαλτο.
Ραθυμία, και της μουσικής αντίποδας.
Ας πάμε αλλού, να μας χορέψουν άλλοι.
16/6/96

Monday, November 12, 2007

Πας την Τσαέραν την Απάννητην



Βούρα γιεναίκα άννοιξε,
τζιαι πιον καφέν εν θέλω!
Βούρα λαλώ σου, μεν αρκείς
γιατ’ έθθα σου λαλώ!

Να σπάσεις!

Χα, ίντα σε ξέρω μάγκουμου εγιώ,
ότι έννα σσιιεστείς να έρτεις!

Μάντα ωραία που ‘σαι μάνα μου,
ίντα κοράτσαν ‘γιω που επήρα,
αμμά γελιέται ο άντρας σου;

Επέλλανα σε ααα;
Έννα σε σπάσω;
Τέθκια τα νέα πώνουσιν,
τέθκιον τζιαι το μανίτζιν
πούλλα μου που έννα φάεις!

Αν μεν παρακαλέσεις!

Καλάν-καλάν
ζαβά μεν με θωρείς ρε μάνα μου,
πούσια ‘ννα μάθεις.

Κάτσε ρε αγάπη μου τζιαμέ
πας την τσαέραν την τζιαινούρκαν
που ούτε την επάννησες
τζιαι ούτε τζι εμέν που την εγόρασα
να κάτσω εν μ’ αήννεις,

Τάχα μου πριν γαμπρός φανεί,
πριν μας την ηζητήσουν,
το καραπουσιουκλίν μας,
το άτζιστο το φκιόρον,

με κώλον τίτσιρο πας την τσαέραν,
να κρούσω αν ιτζιείσω!

Ε το λοιπόν, κάτσε γεναίκα πρώτη εσού,
τζιαι ‘ννα σου πω,
τζι ύστερα σήκου,
να τιτσιρωθώ,
να δω αν κρούζει.

Ίνταμπου εκουκκούμωσες,
έντζεν για το καθίσιν πού ‘ρτα,
να χαρείς,
έχω μαντάτον πιο γλυτζίν,
γιαγιάν έννα σε κάμω!

Μάνταπου έπαθες χαρώ σε
τζι έππεσεν η σαούνα σου χαμαί;
Μάνναμπου νόμισες ολάν
τζι’ έππεσέ σου χαμαί
το σώβρακον μου;

Πως αγκαστρώθην?

Όι ακόμα, μα σίουρα!
Ναι ρε, εβρέθηκεν γαμπρός,
ήρταν στον καφενέν προξένια
τζι ο κώλος μου επάγωσεν
πας την τσαέραν την απάννητην,
πούλλα μου, εν έκρουσεν!

Εννάν καλός φαίνεσται μου ο πετεινός!

13/04/2007

Sunday, November 11, 2007

Και ούτω καθεξής

Καλά σκέψου πριν,
Κρυφά αναλογίσου
Καφέ σκούρο και μαύρο παντού
Καμιά ένδειξη φωτός
Καλά σκέψου προτού...

Καμιά εικόνα
Κουρτίνα άδετη το κάθε βλέφαρο
Κοτρόνα δεμένη η ψυχή σου
Κάτεργα στο σκοτεινότερο κάστρο
Κάστρο απόρθητο και το μυαλό σου
Κτίριο κενό
Καθώς ο ήλιος δεν εισβάλει
Και δεν είναι εύκολες οι θύρες
Κι αν το φως τις κουρταλεί
Και το σκοτάδι επικρατεί

Κρυφή ανασκόπηση στην επιλεκτική σου μνήμη
Καλή, κακός, κακώς
Καλός, κακή, καλώς
Και τα μάτια σου για πάντα
Και το σκοτάδι επικρατεί
Κάτσε σκέψου καλά από πριν
Και τα μάτια σου αν για πάντα κλείσεις
Και το Καλό και το Κακό καλούν κρυφά
14/6/96

Follow me fb