[εις τους παλιούς καθρέφτες
να αναζητάς
τ’ αντίστροφο της
μοίρας
τα εγώ και τα εσύ
σου μάθε να ξεχωρίζεις]
εκεί θα ξέρεις απ’ τη
διαστρέβλωση
ποια ήταν η αλήθεια
γιατί οι θολωμένες επιφάνειες
οι λείες
δεν ήταν κοίλα
κάτοπτρα
σε εγκάρσια μεγένθυνση
να αυτοθαυμάζονταν
οι οσφυοκάμπτες,
μεγαλύτεροι και
ευθυτενείς
τον εαυτόν των τον
φανταστικό
να ταύτιζαν με το
όνειρο της αυτοκυριαρχίας
και τις ατέλειες
επιμελώς να κρύβαν
-συνήθης πλέον
πρακτική με δίδαξε ο πατέρας-
και
δεν ήταν λίμνες
χαλαρές
να αφήνουνε τον άνεμο
την
εικόνα να παιδεύει,
όχι, δεν ήταν φλύαρες
κρήνες να περιμένουν
πρόσωπα
ανομήματα να ξεπλύνουν
δεν
ήταν ούτε πίστες γυαλιστές
έγκλειστους
των
μεγάλων ψεμάτων
να
εκπαιδεύουν μύστες
.
-ευήθης πλέον πρακτική
ο δάσκαλος αποφάνθη-
Και δεν ήταν τότε οι
καθρέφτες οι στιλπνοί
κυρτοί ν’
αυτο-μειώνονταν της μοίρας οι θλιμμένοι
και να έκλαιγαν απ’ το
είδωλο
που βλέπανε μικρό
όσο ακριβώς φοβούνταν
-κάτι που σήμερα
αρέσει πολύ, μου λέει ο κολλητός μου-
Μάθαμε με τους
υπολογισμούς
τους μυστικούς που
άλλοι ψέξαν
να ερμηνεύουμε το
αναληθές
αυτό που δεν μας
έδειξαν
αυτό που επίμονα
κρύψαν
[Εις τους παλιούς
καθρέφτες
να αναζητάς
τ’ αντίστροφο της
μοίρας
τα εγώ και τα εσύ
σου μάθε να ξεχωρίζεις]
πάνω σε κορνίζα
ανάγλυφη
το χάιδεμα του
ρομαντικού
υπομονετικά πώς
σμάλτωσε το βερνίκι
πάνω
σε κορνίζα πολύγδαρτη
τα
νύχια της γριάς
την
ώρα που εκπνέει
και πίσω απ’ το ιερό
γυαλί
ένα λεπτό στρώμα
αργίλου
ξυσμένο από τα είδωλα
των προγόνων μας τα φανταστικά
που πάλευαν στους
άλλους που έξω στέκονταν
να πουν
να προσέξουνε
-εμάς
μη και γεννήσουν-
No comments:
Post a Comment