Ακολουθάς το βλέμμα μου στις ενενήντα έξι μοίρες
κι όλο γυρίζω να σε βρω και θαρρετά να αντικρύσω
εσένα που έφτιαξες βελούδινο αντίσκηνο στον κατηφή μου ώμο --
ζαλίζομαι στην κίνηση, σκοντάφτω, σκάμνοι ανύπαρκτοι,
σε τοίχους κουτουλάω που λόγω διαφωνίας δεν χτίστηκαν,
κολλάει το βλέμμα μου -- φωτογραφίες καλλιτεχνών ποτέ που δεν υπήρξαν
μειδιάζοντας να γδέρνουνε τα δημιουργήματά τους.
Άριαν Βελανίλοβιτς, αφού δεν υπάρχεις,
αφού σε έψαξα στα επίσημα αρχεία των χωρών και στον κυβερνοχώρο,
αφού ερώτησα όλους τους ειδικούς και τους ερμηνευτές του χρόνου,
μα που καθόλου δεν απήντησαν, μον’ έτρεχαν τρομαγμένοι,
κι οι μάντισσες πώς δάκρυσαν αλήθεια, αφού δεν σε γνωρίζαν,
αφού αληθινά εισ' ανύπαρκτος, πες μου έστω με ένα νεύμα σου,
γιατί με παρρησία να τηρείς τους άγραφους νόμους του υπερφυσικού,
να δίνεις ίχνος ύπαρξης σε κάποιου τη φαντασία;
Κάποτε σε φαντάζομαι ζωγράφο της Αναγέννησης τρανό,
κι άλλοτε σε άριες μακρινές σε ακούω κρυμμένος να χειροκροτείς,
Άριαν, -- αν υπήρχες -- θα σε δεχόμουνα στο πλάι μου να στέκεσαι,
μην ντρέπεσαι, εμφανίσου, δώσε στο νόημα νόημα, δώσε στο νεύμα έρεισμα,
αν έχεις φωνή ψιθύρισε -- κι εγώ θα υπακούσω.
Άριαν Βελανίλοβιτς, -- αν υπήρχες -- θα ήσουν βρώμικος,
σιχαμερός θα ήσουνα και θα βωμολοχούσες
τους πάντες κοροϊδεύοντας για τα πλαστά τους κέρματα και τις στιλπνές γραβάτες,
τόσο αυτή την αθυροστομία σου θα θαύμαζα που θα σε έδειχνα στους φίλους,
διπλά περήφανος θα ήμουνα για σένα,
για την επιλογή σου να κρυφτείς,
να είσαι εκεί να φτιάχνεις τη γωνιά εκείνη της απαξίωσης,
να την απαραχνιάζεις στο σημείο που δεν θα κοιτάξει ποτέ κανείς,
εκεί που δεν έπρεπε κάποιος να κοιτάει ποτέ,
εκεί που ποτέ κανείς δεν έριξε την παραμικρή ματιά.
Γι αυτό, με σιγουριά σου λέω, Άριαν Βελανίλοβιτς,
-- αν υπήρχες -- δεν θα υπήρχα εγώ.
No comments:
Post a Comment