(νερό)
Ποτέ δεν με σταμάταγε τίποτα,
η ζέστη με ανύψωνε
σε λούπα αιώνια παγιδευμένο,
στα ουράνια τη ζωή μου για να ξαναρχίζω,
και να καταλήγω χαμερπές θεριό ανήμερο,
κι όταν το κρύο με σκλήραινε
γύρω μου η γη για να υποκλιθεί
μην και ραγίσει
το ανακάτεμα με θέρμαινε
για να θυμώσω, να φουσκώσω
και να απειλήσω -ως έχει- τη ζωή.
Αμφέβαλλες – μα η πτώση με επιτάχυνε
ως κάθε σώμα συμπαγές
-τίποτα δεν θα με εμπόδιζε ποτέ-
«κάθισε πίσω, περίμενε, δεν κάνει να μάθουν πως γνωρίζεις»
φώναζες, ωρυόμενος με προειδοποιούσες,
δεν σε άκουγα
μου ήτανε αδύνατο
να αποδεχτώ
ότι εγώ έτσι όπως είχα φτιαχτεί να είμαι
θα μπορούσα ποτέ
να υπακούσω
μια ποταπή φωνή,
έναν θνητό.
Κι όταν εξαφανίστηκα,
Ω, όταν κρύφτηκα στα έγκατα της Μάνας,
με ψάχνατε όλοι,
οι τελευταίοι ζωντανοί
επινοήσατε δεήσεις,
επαναρχίσατε τους αρχαίους κυκλικούς χορούς,
[που την αλήθεια αν ήταν να σας πω,
ποτέ δεν με έλκυσαν,
με την καλή μου θέληση γινόμουνα
στην ξηρασία σας αρωγός]
μετανοήσατε, με πλήρη παρρησία παρακαλέσατε,
κι είπα θα ξαναρθώ,
είπα θα υποχωρήσω στον ρευστό εγωισμό
και θα σας βοηθούσα.
Κι όταν τη δύναμη μαζί μου βρήκατε ξανά
Και πολλαπλασιαστήκατε για δεύτερη φορά,
το Παιχνίδι επινόησα που εξαρχής προφανώς σας έλειπε.
Όσο εκ νέου εκπαιδευόσασταν
στη φιλοσοφική πίστη που μοιραία απωλέσατε,
-για αιώνες-
κάποτε κρυβόμουνα στη λάσπη
κάποτε την έκρυβα εγώ
μέσα στο πλήθος των εννοιών
μέσα στο χάος του αεικίνητου
που έφτιαχνε κρυφά ο Εκδικητής
ήμουν η μόνη αλήθεια
ήμουν το απόλυτο ψέμα
που χρειαζόσασταν
ήμουν το αίνιγμα που αγαπούσαν οι εριστικοί
ήμουν στην κάθε κοιλότητα η μόνη δύναμη εξαγνισμού
ποιος ήσουν Εσύ να με διατάξεις
να σταματήσω για ένα λεπτό
και να σκεφτώ;
[άλλοι έπρεπε να είχαν προνοήσει
το απόλυτο γαλάζιο ευλαβικά να προστατεύσουν
από του Χόφμαν τη μανιώδη ηλεκτρολυτική,
και να καταλάβουν
ποιος ήταν ο πραγματικός Εκδικητής,
γιατί να πίνουν οξυγόνο στην υγειά μου
και με διπλάσιο υδρογόνο να αυτοφλέγονται
και να φτιάχνουν τις γιαγιάδες των βομβών
μα -στο έλεγα- το ηθικό υδρόθειο για αλλαγή
δεν ήτανε ποτέ η λύση]
ποιος ήσουν Εσύ να με διατάξεις
να τους εγκαταλείψω;
-ένα σου λέω –
πολύ αργά συνειδητοποίησε
ο τελευταίος μου φίλος
πως η αλχημεία
δεν ήταν ποτέ η λύση
στο μεγάλο μας πρόβλημα.
No comments:
Post a Comment