Θα μου φορέσουνε μια μέρα το βραχιόλι
κι εγώ θα το δεχτώ κι ας ξέρουν πού κινούμαι
θα το δεχτώ γιατί φοβήθηκα
μην ξαναζήσω επαίτης
και η ελευθερία μου
μην αποκτήσει κέρατα σουβλερά
και ισχυρές οπλές
και μακριά από μένα
στο δάσος διαφύγει.
Θα μου τρυπήσουνε μια μέρα το κορμί
για ένα μικροτσίπ
κι εγώ θα το δεχτώ
για να κοιμάμαι σε κρεβάτι μαλακό
για να αγοράζω καφέ
δίκαιου εμπορίου
για να μπορώ να αγκαλιάζω
να χαϊδεύω
να φιλώ
Μα, όταν πια τους ελέγχους θα περνώ
βλέποντας το φωτάκι
στις στενές πύλες που φτιάχτηκαν για μένα
πράσινο να ανάβει
χαρούμενος και κορδωτός
που είχα υπάρξει υπάκουος
στην κάθε νουθεσία
δέκα άρρωστοι σε ένα μικρό σοκάκι
κι εκείνοι με βραχιόλι
όμορφα τρυπημένοι
θα κλαίνε πεινασμένοι
οικτρά οσφυοκάμπτες
και θα φαντάζονται ταξίδια μου
όπως θα τους τα περιγράφω
κάθε φορά που επιστρέφω σπίτι μου,
αισχρά καλλωπισμένο.
Μη μου φοράτε το βραχιόλι
και μη με τρυπάτε, άτιμοι,
έχω κι εγώ σ' ένα σοκάκι μια γωνιά
να ονειρεύομαι έναν παράδεισο
όπως εγώ τον θέλω.
No comments:
Post a Comment