(το παρόν ποίημα πήρε το βραβείο πρωτοτυπίας στον Παγκόσμιο Διαγωνισμό Αμφικτυονίας Ελληνισμού)
Κι απόψε ο Αδάμ
στον δείκτη των ωρών
έφιππος κορδωτός,
με χαλαρά τα πόδια
καμτσίκι από αλάβαστρο
περνάει τους αριθμούς,
και τους μονούς χαϊδεύει,
κοιτάει αδιάφορα
την Εύα στον λεπτοδείχτη
να απλώνει, άνετη,
μα μόνο εκείνον αγγίζει
στο πλευρό
κάθε που πλάι του περνά
η ιστορία πως θ’ αλλάξει πίστευε,
αν στο ρολόι εκείνο,
στο χέρι του τελευταίου ανθρώπου
το φίδι αγνοούσε
που πέρναγε συνέχεια από δίπλα της,
στον πιο λεπτό του δείχτη τυλιγμένο,
να γλύφει τους ζυγούς
με ύφος έναν-έναν
και να κοιτάει πονηρά
απ’ το ρολόι έξω.
Μα λίγο πριν πεθάνουμε,
όλοι εμείς, ράθυμοι χρόνια,
σαν τα κομμάτια ενώσαμε
του τεθλασμένου γρίφου
και είδαμε τον κόλαφο
της εικοστής-πέμπτης ώρας
με πανικό εγαλβανίσαμε
με ό,τι είχαμε και δεν είχαμε
δείκτες και αριθμούς
γρανάζια και κουμπιά,
και των αναβατών τα σώματα γυμνά,
για να φανεί σ’ αυτούς που έρχονται
πως ό,τι και να έγινε,
όλα κι αν τα χαλάσαμε,
αφήσαμε ρυθμό.
No comments:
Post a Comment