Ο Δυσανεκτικός Υιός.
(θυμήσου -
ξέχασε – θυμήσου)
Μέλανας
Φιλόσοφος 669
αφιερωμένο
στα
θύματα βιασμού
που προχωρούν
σε γέννα
πρόλογος
Αγαπητέ ακροατή,
τα δρώμενα που θα ακούσεις είναι καθαρά φανταστικά και τα πρόσωπα ανύπαρκτα. Τουτέστιν διάκεινται στη διάσταση του
συμβολικού, αλληγορικού και μεταφορικού λόγου.
Πάντοτε όμως στη Λογοτεχνία η Αλληγορία και η Μεταφορά αντικατοπτρίζουν σημαντικά ιστορικά γεγονότα. Αν συμφωνείς μαζί μου, τα γεγονότα που
παραθέτω παρακάτω είναι ικανά να προκαλέσουν την ανάγκη ενός συγγραφέα για να
δημιουργήσει.
Ιστορικότητα
Ο ρόλος που ανέκαθεν παίζει η
εκκλησία στα κοινωνικά δρώμενα δεν συμβαδίζει πάντοτε με το ηθικά
αποδεκτό. Αρκετές αποφάσεις περί γάμου,
διαζυγίου, τεκνοποίησης, ενίοτε και έκτρωσης, έρχονται σε αντίφαση ακόμη και με
τις ίδιές της διαχρονικές ρήσεις.
Ελλάδα – δεκαετία 50’ – 80’.
Δημιουργία «Συλλόγου Αλυτρώτων», επειδή χιλιάδες παιδιά παρέμεναν μη
αναγνωρισμένα από 60,000 παράνομα ζεύγη καθώς ο/η προηγούμενος σύζυγος
εκμεταλλευόμενος ασάφεια στον εκκλησιαστικό κανόνα περί διαζυγίου αρνείτο να το
παραχωρήσει. Παρόλο τον όγκο του
προβλήματος η Εκκλησία παρέμεινε αρνητική να προβεί σε διορθώσεις του κανόνα.
Κύπρος – καλοκαίρι του ’74. Μεγάλος αριθμός Ελληνοκυπρίων γυναικών
ένοιωσε πιο βαριά από όλο το λαό τη θηριωδία της εισβολής. Οι βιασμοί επέδωσαν πολλές εγκυμοσύνες. Κάποιες γυναίκες υπερέβησαν τον κλονισμό και απέρριψαν τα έμβρυα αυτόβουλα. Άλλες υπέστησαν
ψυχολογική κατάπτωση και έτυχαν ειδικής φαρμακευτικής περίθαλψης σε
νοσοκομεία. Για τις υπόλοιπες γυναίκες η
Εκκλησία της Κύπρου εξέδωσε ρητές οδηγίες και συγχωροχάρτι αν προχωρούσαν σε
άμεση έκτρωση, απόφαση αντιφατική και αντίθετη με κάθε προηγούμενή της διδαχή
και πεποίθηση περί ζωής. Πιθανολογείται
ότι κάποιες εγκυμονούσες ίσως να δειλιάσανε...
Συμβάν σε πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας,
1983 Ο
Κώστας Τσιαήλης αποβιώνει από ρήξη νεφρών και ήπατος και γενική κατάπτωση
ζωτικών οργάνων στην ηλικία των 33, κατόπιν παραμονής του στο Ψυχιατρείο
Αθαλάσσας για ένα έτος. Το αίτιο ήταν η
συνεχής εναλλαγή δόσης και ποικιλίας φαρμάκων σε πειραματικό στάδιο, με
αλλεπάλληλες λάθος διαγνώσεις για την κατάστασή του, χωρίς ευθύνη των
ψυχιάτρων.
Μύθος
Η επινοημένη ύπαρξη του παρόντος
ήρωα αμφιταλαντεύεται ανάμεσα σε δύο ασύμβατες και ακατανόητες καταστάσεις που
δε συμπίπτουν με τη λογική του μέσου ανθρώπου. Από τη μια τα γεγονότα μίας
ιστορικής αλήθειας μαζικών βιασμών που ακόμη δεν καταγράφηκε επίσημα κι έτσι
δεν μπορεί να δηλωθεί, ούτως ώστε να αφομοιωθεί στο κοινωνικό συνειδητό όπως το
χαρτογραφεί ο Καρλ Γιουνγκ. Από την άλλη τα νοητικά βιώματα ενός τροφίμου με εξάρσεις
μανιοκατάθλιψης, που βρίσκει παρηγοριά στις τακτικές του νοητικές αναζητήσεις
όπου προσπαθεί να κατανοήσει τους λόγους που τον οδήγησαν στην άνοια. Σ’ αυτές του τις εγκεφαλικές εξόδους ο χώρος
και ο χρόνος δεν προέχουν, παρά μόνο το αίσθημα και η παραίσθηση που
αντιμάχονται σε έντονο ύφος, όχι για να συγχύσουν, αλλά ως αποτέλεσμα ενός επανερχόμενου
παροξυσμού. Ο ψυχίατρος προσπαθεί να
κατανοήσει και να ελέγχει αυτή τη συμπεριφορά, χωρίς να αποφεύγει το λάθος της
υποθετικής διάγνωσης.
Όλα τα πρόσωπα που μετέχουν (εκτός
από τον ψυχίατρο και τη μάνα), αποτελούν κι αυτά αποκύημα της τρέλας του ήρωα. Είναι μέρος της προσπάθειάς του να απεγκλωβιστεί
από το πεπρωμένο του άλογου βίου, στηριζόμενος στην επικοινωνία με τις οπτασίες
του, για να ρίξει τις ευθύνες σ’ αυτές, μήπως ξεγελάσει τις ερινύες του. Οι
νοσοκόμοι παρακινούν τη σκέψη του, ως εφαλτήριο για τη συνεχή αναζήτηση της
νέας, πιο αυθεντικής του ταυτότητας.
Η ευθύνη που ανέλαβα να τον
ελέγξω, ως ο συγγραφέας αυτού του δράματος, είναι σχεδόν απραγματοποίητη. Ενώ παρακολουθώ προσεκτικά τη σκέψη του, με
παρασύρει στον πόνο του, κι αφού πεισθώ, αυτός τραβά την πορεία του ξανά
δυναμικά, σε ένα ξέφρενο γλωσσολογικό και διανοουμενίστικο παραλήρημα. Να ακούω, μόνο δύναμαι, τις έναρθρες κραυγές
που βγάζει. Με αλλαγμένο τόνο, μιμείται, θα δείτε, τους Νοσοκόμους, τον πατέρα
του και πλειάδα ποιητών, σαν επαγγελματίας μίμος.
Το παρόν σύγγραμμα επιχειρεί να
συνθέσει σε ένα χαρακτήρα, σε μια οντότητα, τα διάσπαρτα συντρίμμια της
συλλογικής συνείδησης ενός ολόκληρου έθνους.
Χαρακτήρες (τρεις ηθοποιοί, εις εκ των οποίων να είναι ικανός μίμος)
- Υιός (με μακροσκελείς
έμμετρους μονόλογους που απευθύνονται σε γνωστά του πρόσωπα και στον ακροατή,
επιχειρεί μια αναζήτηση)
- Ψυχίατρος (εμφανίζεται να
ηχογραφεί την πραγματική κατάσταση του Υιού, κάνοντας διαγνώσεις και δίνοντας
οδηγίες για χορήγηση φαρμάκων)
- Μητέρα
- Πατέρας (ηλεκτρονικά
παραλλαγμένη φωνή Υιού, αλλά σε τόνο ανεξάρτητης φωνής που απευθύνεται στον
Υιό)
- Θαλαμάρχης (ελαφρά παραλλαγμένη
φωνή Υιού)
- Πρώτος Νοσοκόμος (ελαφρά παραλλαγμένη
φωνή Υιού)
- Δεύτερος Νοσοκόμος (ελαφρά παραλλαγμένη
φωνή Υιού)
- Φωνές των ποιητών
(παραλλαγμένη φωνή του Υιού)
Προοίμιο
(Ψυχίατρος:) [ήχος κουμπιών μικρού κασετόφωνου]
Πρώτη ηχογράφηση
18/02/2010
... 00:17 μμ
... δε γνωρίζω καλά τον ασθενή, ... η διάγνωση
δεν θα είναι έτοιμη πριν τον ερχόμενο μήνα... / ακρόαση σε κατάσταση ύπνου
απαραίτητη.
Στοιχεία ασθενούς καταχωρημένα
στο φάκελο Β0016.
(Δεύτερος Νοσοκόμος - ελαφρά παραλλαγμένη φωνή Υιού:)
-Έλα τώρα
κύριε Αλιγκέρι, μην το σκέφτεσαι, καλό θα του κάνει. Έλα κι εσύ Βοκάκιε, το
παράθυρο μισάνοικτο άφησε, να βγει. Όμηρε,
το νου σου! Μιλιά μη βγάλεις, μη μας μυριστούν!...
(Πρώτος
Νοσοκόμος - ελαφρά παραλλαγμένη φωνή Υιού:)
-Όχι
ένεση απόψε Αρχιμήδη, στων ποιητών μην ανακατεύεσαι το έργο χωρίς να ρωτάς! Και
πάμε να φύγουμε, τα βλέφαρά του κλείνουν...
(Υιός:)
Αγαπημένο
φανελάκι δικτυωτό
έκδηλό μου
και ξεχωριστό
ωσάν της ισχνόποδης
αράχνης τον ιστό.
Τριάντα χρόνια
ολόκληρα
η μάνα απ’
τον πατέρα σ’ έπλεκε κρυφά
και κάθε
γενέθλια μέρα
από μένα
σ’ έκρυβε διπλά.
Αέρινο τύλιξε
το σώμα
σα χάδι
π’ αγαπά από καρδιάς
να τ’
αγκαλιάζεις,
και να το
γλυκοφιλάς.
Κι αφού με κατακτήσεις πια
υπνωτισμένος σαν,
θα σε ερωτευτώ.
Με θάρρος τότε
θα μου πεις στ’ αυτί ψιθυριστά
τα αφανέρωτά τους μυστικά
που μου κρύψανε κι οι δυο
καθένας για δικό του,
άγνωστο σκοπό...
Κεφάλαιο
1. Έξοδος Υιού
(Ψυχίατρος:) [ήχος κουμπιών μικρού κασετόφωνου]
δεύτερη ηχογράφηση
23/02/2010
... 00:20 μμ
πρώτος φάκελος καταχώρησης
σκληρού δίσκου... συγκεχυμένες αρθρώσεις συνοδευμένες με κινητικότητα στα κάτω
άκρα και σφίξιμο γροθιάς ...δεν... /
κατώτατο όριο σφυγμ... / , ... (ηχογράφηση διακόπτεται)
(Πρώτος Νοσοκόμος-ελαφρά παραλλαγμένη φωνή Υιού:)
-Ευχή του Υιού πρόσφατα έγινε, να
νοιώσει τον άδηλο εκείνο πόθο για ζωή. Λίγο τις αφροδίσιες εκκρίσεις να οσφριστεί
-άγνωστο πάθος- και του το στέρησε ενός ανδρός το μίσος κι η απαξίωσή του για
τη σύζυγο που Άγριοι Βόρειοι τη βιάζανε
με άλλες άμοιρες τριακόσιες
- όπως
μας δίδαξε κι η Ιστορία
Βορράς
αεί εις αγριότερον φλογίζει
και
Νοτίους πολεμά -
Ενώ ο σύζυγος άνανδρος νοτιότερα έδραμε…
- Έτσι τον
δίδαξε η Ζωή -
(Υιός:)
Ευχές που
εκπληρώνονται
είναι ευχές για λίγους,
διαλεχτούς,
μα άλλοι τυχερούς
τους ονομάσανε θαρρώ.
Κι ετούτο
με μειώνει!
Ένα
τίποτα αισθάνθηκα
σα μ’
είπαν τυχερό!
Θεριέψανε
τα μάτια μου
και για μια
ελάχιστη στιγμή
σπίθες
μου δώσανε, φωτιά!
...θέρμη αρκετή ήτανε ν’ ανάψω
στη μνήμη μου κερί.
Ένα κερί εις μνήμη
του Αγέννητου Υιού.
- Φοβάμαι
-
Τέρατα αμοληθήκαν
με λέπια και φτερά
με βράγχια θεόρατα
και κέρατα βαριά
για μένα λες να ψάχνουν
στη θάλασσα και στην ξηρά;
(Δεύτερος
Νοσοκόμος - ελαφρά παραλλαγμένη φωνή Υιού:)
-Παράξενο
το κερί ετούτο! Το σχήμα του αλλόκοτο,
σαν έμβρυο ομοιάζει! Σκληρό το υλικό του, ανεξήγητα πυκνό και δε θα σβήσει όπως
χαθήκανε οι φλόγες των ψυχών του μέγιστου Βιασμού... που σβήσανε και μείνανε οι
σκιές τους σ’ άγνωστες διαστάσεις να περιπλανιούνται, σε μια νήσο και
καταραμένη και άγια. Μα λένε για όλα τα
αγέννητα, εκτός Αυτού που επέζησε, πως τυχερά υπήρξαν, ο Κλήρος όταν για πρώτη και
στερνή φορά σαν Μάγος με τη Μίτρα ανάποδα από κει μέσα κρουνηδόν αγέννητων τα
σάβανα εμφάνισε!
(Πρώτος
Νοσοκόμος - ελαφρά παραλλαγμένη φωνή Υιού:)
- Χάριτος
Απονομή! -
Δε
γράφτηκε για τούτα τα άμοιρα καμιά σελίδα με ονόματα και διευθύνσεις στο
δημόσιο. Φαντάσματα της Ιστορίας θαρρώ θα τα ονομάσω.
Κι έτσι
που δεν καταχωρήθηκαν γλυτώσανε το μαύρο χρώμα ενός κεφαλαίου που τριακόσιες
αναφορές θα είχε με την υποσημείωση:
«ΕΘΝΙΚΟΤΗΣ
ΑΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΤΗ»
Τούτα τα
Βρέφη τα Αγέννητα ανεξίτηλα υπάρχουν
έστω σε
φονεμένες μνήμες μέσα.
(Υιός:)
Οράτε!, Χριστιανοί, Μηδενιστές,
Μωαμεθανοί,
Παγανιστές, Άθεοι, Σατανιστές,
Ουμανιστές, Ηθοπλάστες, Σαϊεντιστές,
Ινδουιστές, Βουδιστές, Θρησκομοντέρνοι
Αρνησίθρησκοι!
Με το σφάλμα ετούτο
Αν συντονιστείτε
Το κλάμα είναι εκδήλωση περιττή
Αφού εγώ είχα επιζήσει
Ιδιος να γίνω ο Μοναδικός Υιός
Ο μόνος από τα τριακόσια αδέλφια
Τα άμοιρα που ριχτήκαν σε καλάθους
Η μάνα μου καθώς δεν είχε υποχωρήσει
Στης εκκλησίας τη διαταγή!
«…Κι έτσι της βάπτισής μου
η λαμπάδα με κατηγορεί,
Λες και χριστιανό
δεν άξιζα η νήσος μου
να με δεχτεί!»
«Τέτοια μου είναι η σύγχυση,
που απομακρυσμένο σκόπιμα
αισθάνομαι να μ’ έχεις,
σα μυρμήγκι που τη φωλιά
του με φελλό έχεις βουλώσει…
Χάνω επαφή...
Κι η αναζήτησή μου για το μάτι
χάρτης στην έρημο θα μοιάζει
που στην άμμο έχει χαραχτεί
και τον αντίκρισα μία βραδιά
υπό το φως του Ορίονα,
και με τη μνήμη μου παλεύω
για να τον αναπλάσει»
Είμαι ο
Υιός εγώ του Χρόνιου Πόνου
που
χρόνια τρίβω να σβηστεί
ετούτο το
βαρύ σημάδι
κι απ’ την
καρδιά μου κι από την ψυχή
Ένα
δικέφαλο τρανό πουλί
νοιώθω στην
πλάτη να με γδέρνει
με ράμφος
κοφτερό με σημαδεύει
Μα δεν το
βλέπω, δεν τ’ αναγνωρίζω
ποτέ δεν
το ‘χω δει
τι στο
δέρμα μου πίσω να σκοπεύει
για πάντα
να χαράξει;
Ψάχνω για να βρω το σημάδι ετούτο
Αμέσως, πριν η φλόγα σβήσει
Χωρίς καν να προλάβεις
Να με κατανοήσεις
Ετούτα μαζί μου αν μοιραστείς.
[έντονη αναπνοή, ο Υιός για λίγο μιλά ψιθυριστά] (Έντρομος κοντοστέκομαι μα και
σαγηνευμένος μπροστά από ένα στροβιλιζόμενο σημείο του αιθέρα. Ενώ τα πάντα
μαινόμενο ρουφάει, εμένα μοιάζει ευγενικά να με καλεί να εισέλθω. Το βουητό που
εκπέμπει η τρύπα είναι εκκωφαντικό, τίποτα δε θυμίζει από τους συμβατούς ήχους
της υπαρκτής διάστασης, αυτής που πίσω μου αποφάσισα ν’ αφήσω. Είναι μια κάποια
στιγμή Αποκάλυψης.)
– Κάψιμο
στης πλάτης μου το κέντρο!!! –
ΠΟΙΟΣ;
Του Χρόνου Ξεγελάστρα Τρύπα!
Ρούφησε με!
Εχθρέ ή Φίλε Παρελθόντα
Μεταδότη της φυλής στο χάος
Είμαι έτοιμος, είμαι! Τώρα!
Τα τέρατα
φυσούν κραυγές
χωρίς απ’
το βουνό
ηχώ να
συνοδεύει
στριγκλιές
σαν από τοκετό
αλλόκοτες
κάτι με
σφάζει
ζωντανό
στ’ αυτί
μιλώντας μου
από πίσω
μου λέει
να
συνηθίσω
μη με
σκοτώσει, μην ξαναγεννηθώ
δεν
προλαβαίνω
μου είπε
να βρω το
μάτι το γαλάζιο
μα τι
είναι ετούτο
πάω
να ρωτήσω
κι ακούω
φτερούγισμα
κι ακούω παφλασμό
ΠΟΘΩ!
ΑΚΟΥΣΤΕ ΜΕ!
Εννέα νοσοκόμοι του πλαστού μυαλού
μου
ελεύθερο αφήστε με για λίγο!
Ίσως πετύχω
το σύστημα των λογισμών μου και της
μνήμης
το τόσο άδικα μεθοδευμένο να το
σβήσω,
σαν να ‘τανε κουρτίνα που τραβάς
εχθρός σου άμα ο ήλιος γίνει,
από το γίγνεσθαι, το είναι και την
ύλη
για κβάντα ελάχιστα δραπέτης να γενώ
και να σκεφτώ,
χωρίς τη λογική που ‘σεις υποστηρίζετε
με σκέψεις άτυπες, ανύπαρκτες,
καινούριες,
δίχως λέξεις.
Να εξηγήσω απόψε τη διττή μου φύση
που μου κρύβουν,
στη ρότα του κενού πηδαλιούχος -
ΠΟΘΩ!
ΜΑ ΜΗ Μ’ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΤΕ!
Χρόνια γιομάτα δεκαπέντε που
κοιμάμαι.
Να! Σε χωροχρόνου σκουληκότρυπα
αστραπιαία να κυλίσω
και να μεταβώ,
διότι ψάχνω χρόνια άγνωστου πατέρα
γαλάζιο μάτι ν’ αντικρύσω,
για να Δω.
Στη νήσο των αγέννητων αγίων σκιών
σαν ναυαγός κι απόψε εξοκείλω
...πάλι εδώ να ψάξω
Οράτε!
Σκιές που απρόσκλητα κι εξαναγκαστικά
τους ξεχασμένους διαβάτες συνοδεύουν,
σαν η σελήνη νυσταγμένη παρακολουθεί.
Σκιές που με καλούνε
και σαγηνευτικά, αργά σιμώνουν.
Στο έδαφος γλιστράνε
σαν του ζωγράφου το πινέλο
που στον καμβά απλώνει χρώμα μαύρο
τη νύχτα άμα καλλιτεχνεί.
[έντονη
αναπνοή, ο Υιός για λίγο μιλά ψιθυριστά] (Ο φόβος των σκιών που θα ‘νοιωθες δεν
είναι αίσθημα δικό μου, - απρόσμενα - Τον κύκλο που γύρω μου έχουν σχηματίσει τον
διαβάζω και τον ερμηνεύω σαν κάποια μυστήρια τελετή ερωτική, όπου του Πόθου Υιός
είμαι στο κέντρο. Μα οι σκιές αθώα με
χαϊδεύουν λίγο, και με ηρεμούν. Το φανελάκι μου το αγαπημένο μου θυμίζουν, κι
απ’ το μηδέν που έχω ξεκινήσει απόψε πάλι ξανά θυμάμαι κάποιο Δυσανεκτικό Υιό που
θαρρώ πως κάπου άκουσα και ερωτεύομαι, δυνατότερος στην αναζήτηση να ξανοιχτώ.)
«Μπάσταρδο χώμα
με σκιές παντού σπαρμένο
Κάπου ‘δω πάνω
τα χνάρια του πατέρα μου θα ‘βρω,
και τριακοσίων αδελφών μου την πνοή»
Απεγνωσμένα και απόψε ψάχνω
Γαλάζιο μάτι που πεθαίνει κι
ανασταίνεται,
Ωσάν τρελό που μ’ αποφεύγει.
Να προλάβω πριν απ’ τη μνήμη ξεγλιστρήσει
Ίσως για πάντα εξαφανιστεί,
Αν τη γνώση του πάψω να ποθώ!
Επεισόδιο:
Κίτρινο του Γαλάζιου και του Κόκκινου
Της αναζήτησης απόψε
για το γαλάζιο μάτι
το τέλος θριαμβευτικά σιμώνει
Ένα θεόρατο βουνό
τον άχρωμό μου ορίζοντα γεμίζει
σα να μου λέει πίσω να στραφώ
με άδεια πάλι χέρια
Δύο σημάδια πολυσήμαντα
βαμμένα στην πλαγιά του
μα δεν με συγχύζουν που ‘ν’ αντίθετα
που το ένα τ’ άλλο καταργεί.
Το πρώτο με γαλάζιο επάνω, κίτρινο
κάτω
και κόκκινο ανάμεσά τους
μια με προσδιορίζει, μια με
ταπεινώνει
και μετά με υπερρεαλιστικές ατάκες
με ελκύει.
Το άλλο με το κόκκινο αριστερά,
στα δεξιά το κίτρινο
στο μέσο το γαλάζιο
Ταυτότητα μου δίνει, μου εξηγεί!
Κάπου εδώ ξαναβρίσκω το κρυμμένο εγώ,
κι έτοιμος είμαι πίσω να γυρίσω
βιαστικά
πριν το ρολόι χτυπήσει
και στις ράγιες ξαναμπώ,
σ’ ευθεία οδό...
[έντονη
αναπνοή, δυνατή φωνή του Υιού. Background μουσική trance] Μα τι απόκοσμο με ξεκουφαίνει τόσο και το κρανίο μου
συνθλίβει με μανία, σαν του σιδερά τη μέγγενη;
Τ’ αυτιά μου σουβλίζουν πάλι εκείνες οι στριγκλιές, λες και γυναίκες μαζί
όλες ξεγεννάνε τ’ αδέλφια μου ξανά.
Ο Πόνος στην πλάτη! Από μέσα προς τα έξω φεύγει μια δύναμη, μια καυτερή
ενέργεια.
–πού την στέλνω, ίνα τι την πλάτη μου τραβά, το δέρμα μου να ξεκολλήσει; Χάνω
την κατεύθυνση της βαρύτητας, προς τα πίσω στου βουνού την κορυφή νοιώθω
ανάποδα να μαγνητίζομαι–
Αδέλφια! Αν ήδη γεννηθήκατε, ορμάτε!
Τραβήξτε με στο έδαφος, ακούω τη γη εκεί πάνω να σκίζει, βράχια τεράστια
κυλάνε κάτω, κάτι θεόρατο ξεπροβάλει απ’ του βουνού την άκρη, τ’ αστέρια άρχισε
να κρύβει μα και το φεγγάρι!
–δάχτυλα μοιάζει να είναι του γκρίζου όγκου ετούτου η προέκταση, γαμψώνουν
προς εμένα έτοιμα απ’ την πλάτη κάτι να μου ξεριζώσουν–
Τραβάτε με σκιές και βρέφη και φωνές όλοι μαζί, κι εγώ μαζί το βάρος της
ψυχής και της καρδιάς μου θα αυξήσω με νόηση και σκέψη βαριά, πιο χαμηλά να
κατέβω να μ’ αρπάξετε. Στενή η
σκουληκότρυπα για να χωρέσουμε όλοι μαζί, μα αόρατα είστε, αερικά, τον χρόνο θα
τον ξεγελάσουμε, εγώ κι η βαριά μου η δυσανεξία κι εσείς,
–θα ξεγλιστρήσουμε, πίσω να πάμε–
Και τι παράξενο ετούτο το χέρι, το νοιώθω να κλαίει, όλο με θέλει, κι όλους
μας καλεί αδέλφια, στοργικά τώρα με γαργαλάει στης πλάτης το κέντρο, με χαϊδεύει
λες και παιδί του είμαι.
Μα έχω εγώ πατέρα, τον γνωρίζω! Ξέρω ποιον να μισώ!
Τραβάτε με αδέλφια κάτω, θα τρέξουμε στην τρύπα πίσω, τίποτα δεν πρέπει να
μάθει ετούτο το βουνό. Πίσω το χέρι τούτο πρέπει να ξαναφυτευτεί, να ηρεμήσει,
κι όσα βράχια κυλήσανε, με χώμα θα κρυφτούνε, δέντρα θα βλαστήσουνε, λουλούδια,
τίποτα να θυμίζει το χέρι ετούτο που με την πλάτη μου ερωτοτροπούσε και πατρική
φροντίδα μ’ έκανε να φανταστώ και να πονέσω.
Μακριά αδέλφια από την κατάρα ετούτη, μην ξαναγεννηθείτε! Σας εκλιπαρώ!
Κεφάλαιο 2. Εκ Του Πατρός
(Ψυχίατρος:) [ήχος κουμπιών μικρού κασετόφωνου]
Τρίτη ηχογράφηση
25/03/2010
... 00:09 μμ
καταχώρηση σκληρού δίσκου ...
υποκείμενο σε κατάσταση ταχείας ονείρωξης/ παρατηρείται έντονη νευρική κίνηση στη βλεφαρική
επιφάνεια με αλλόκοτη τάση των εγκλωβισμένων λοβών για έξοδο προς αριστερή
πλευρά προσώπου / ... παρατήρηση πήγματος
στο σάλιο, ένδειξη κατάποσης δόσης ανθρακικού λιθίου – δεν δόθηκε σχετική
εντολή – να διεξαχθεί έρευνα.
- πιθανή περίπτωση διπολικής προσωπικότητας .../ ανάμικτα επεισόδια έχουν παρατηρηθεί ήδη
.../ μανιακή και υπομανιακή εναλλαγή.../ να εισηγηθώ στο συμβούλιο εξετάσεις
για πιθανή περίπτωση συνδρόμου Στήβενς–Τζόνσον.
Άμεση διακοπή παραχώρησης λαμοτριγίνης. – αντικατάσταση φαρμάκου να
εξεταστεί/...
Στοιχεία ασθενούς
καταχωρημένα φάκελος Β0016.
(Πατέρας – ηλεκτρονικά παραλλαγμένη φωνή Υιού:)
-Με
ψάχνεις λες Υιέ μου, σ’ αναζήτηση προβαίνεις κάθε δεκαπέντε όπως εσύ μετράς
τα χρόνια. Αφήνεις το μυαλό, τη λογική σου στα χέρια
μεθυσμένων νοσοκόμων λυρικών. Το χρόνο
ξεγελάς για ένα βράδυ κι απ’ των αγγέλων ξεγλιστράς την αγκαλιά.
Με ένα τράβηγμα στα δυο σκίζεις την αύρα που
σε περιβάλλει κι έξω ξεμυτίζεις από κάθε πλαίσιο συμβατό. Εκτίθεσαι στο αίσθημα αποκλειστικά και με
φωνάζεις με φωνή απεγνωσμένη. Φρενήρης που μου μοιάζεις να είσαι! Ξοπίσω τρέχεις
τις σκιές και τους μιλάς. Με ψάχνεις και γαλάζιο μάτι με αποκαλείς!
Ξέρεις!
Ξέρεις!
Ξέρεις!
Ξέρεις!
Μα ποτέ οι ματιές μας δεν ανταμωθήκαν, ποτέ
δε θα με αντικρίσεις, ποτέ μες στα γαλάζια μάτια σου δε θα κοιτάξω, Μονάκριβε,
για να σε καμαρώσω!
Τι βλέπεις στο παράξενο ετούτο ψάξιμο μπροστά
ολοένα όταν τρέχεις, ετούτες όλες οι σκιές, ποιες είναι; Με βρέφους κλάμα σ’ αποκρίνονται,
το ξέρω...
Τίποτα απ’ όσα βλέπεις τώρα δεν θα παρατηρήσω,
μόνο όσα αφήνεις πίσω σου όταν τρέχεις και όσα προσπερνάς. Κι όλα αυτά αφού τα
μελετήσεις, ύστερα εγώ δύναμαι για μια στιγμή να δω μακριά να φεύγουν, σαν Πεπραγμένου
Μέλλοντος την επαναφορά, σαν Υπερσυντέλικου Ενεστώτα την τοποθέτηση στου χρόνου
την παράλογη ευθεία. Πώς δε να σου
ζητήσω να πάψεις να με ψάχνεις, πώς να σε πείσω πως ποτέ δεν θα με βρεις, Υιέ
και Εμπνευστή μου, Δημιουργέ και Οίκε μου, φωνή καθώς δεν μου ‘χεις δώσει;
(Υιός:)
Επεισόδιο:
Καφενεία
Απ’ των ισχνών βλεφαρίδων την
αράδα
κι απ’ την καπνομίχλη
δυσδιάκριτα ήσαν του γηραιοτάτου
κυρίου
τα θολά, γαλάζια μάτια.
Πρώτος αυτός με κοίταξε
μα δεν τον είδα...
Στο καφενείο τρεις καθόντουσαν
Χαρούμενα γεροντάκια, που δε
μεμψιμοιρούσαν
γι’ αυτόν που έξω περιμένει
Ο γέρος μου είπανε, τάβλι θα
παίζει
τα ζάρια που ηχούσανε όρισαν
το τραπέζι.
Τους γέρους ξανά μέτρησα,
ωσάν να ήτανε πολλοί
Πλήθος οι αύρες, και νωπές,
το καφενείο θαρρώ των
ορθοδόξων
το Καθαρτήριο είναι.
Έτοιμος άμα ένοιωσα το χώρο καλημέρισα.
Μόνο των δυο το βλέμμα εστράφη.
Ο ύστατος, της παρτίδας ο
θεατής
μέτριο εξέπνευσε καπνό
όσο για ν’ αποβεί εις μάτην
η αναζήτηση για το γαλάζιο
μάτι.
Κι όπως κοίταζα, όλοι οι
θαμώνες μισοσβήσανε
σαν να είχανε γραφτεί
παλιά σε μαυροπίνακα
με κιμωλία φτηνή
Σαν κάποιο φως που είδανε να
τους εξέγλυψε.
Κι αφού οι μαύρες σκιές τους
χάμω
στ’ ασβεστωμένο μάρμαρο
εμείνανε για λίγο
στην άχρωμη ετούτη ζωγραφιά
καρεκλών άδειων τριών
το σχήμα διέκρινα αμυδρά
κι ενός τσιγάρου...
ΑΛΛΟΙΜΟΝΟ, ΜΕ ΞΕΧΑΣΕΣ ΠΑΤΕΡΑ
ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΜΕ ΓΝΩΡΙΣΕΙΣ ΚΑΝ!
ΤΟΝ ΟΡΚΟ ΠΟΥ ΣΟΥ ΕΤΑΞΑ!
ΙΔΙΟ ΜΕ ΣΕΝΑ ΘΑ ΜΕ ΔΕΙΣ!
Μνημόνιο
1
Έγινε το μοιραίο σήμερα πατέρα
Να, μόλις μια ώρα πριν ακούσαμε
«Χους εις χουν» «Εν τόπω χλοερώ…»
έχασες πρώτος το δικό σου πρότυπο .
Σ’ άρεσε που στο μάγουλο το ίδιο, δις σε φίλησα
κι όχι με σταυρωτό,
χωρίς λέξη,
σαν άγνωστος τυχών;
Μαζί τον θάψαμε…
Φτυαριά εσύ, ρίχνω κι εγώ.
Μου φάνηκε πως πάλευες
πιότερο κι απ’ τους γιούς σου !
Ανταγωνίστηκες το σπλάχνο σου,
σπλάχνο σου αν λογιέμαι
στις σπίθες το είδα των ματιών σου,
στην έλλειψη δακρύων.
Στο μαύρο ετούτο αγώνα νίκησες.
Ούτε που πάλεψα, ο αδελφός μου ίσως λίγο.
ΠΟΘΩ!
Μα δε γνώρισα
ακόμη
της ζωής
το ελάχιστο,
το πιο
ασήμαντο αγαθό
που και
να με συνέφερε,
πεισμωμένος
πάλι
θε να τ’
αρνηθώ!
- σκοπός ζωής είναι θαρρώ -
να καταφέρω να μισήσω
το πρότυπο το πατρικό
αυτό που νόμιζα πως τα γονίδια
μου επιβάλλουν ν’ αγαπώ...
...απέχθεια τόση να νοιώσω
που να του τριπλοφανερώσω
πως τη φτιαχτή μου φύση ατιμώ!!!
καθώς γονίδιο απ’ αυτόν δεν έχω ούτε
ένα
…Το πάθος
του μίσους
εξήγησα
στον εαυτό μου επιτέλους!
Το γρίφο
έλυσα και την ψυχή μου μετακίνησα
προς την
καρδιά μου λίγο πιο κοντά
κι απ’ το
μυαλό μου πιο μακριά.
Έτοιμος
είμαι τώρα να αισθανθώ ξανά
αυτά που
η μνήμη μου αρνιέται
δεκαπέντε
χρόνια τώρα.
Ψηλαφίζοντας το χρόνο για να θυμηθώ
Υποπέφτω σε μια ήπια μνήμη
Χρήσιμη στου Νιρβάνα τους θιασώτες,
Η χρεία όμως με κουρταλεί
Σκύλλα και Κήρες ν’ αμολήσω.
Μαύρους θύλακες στο μυαλό
Να μην αφήσω.
Ηταν αδύνατο να θυμηθώ
Μα τώρα ο πόνος καταλύτης,
Όπιο της ψυχής μου να γνωρίζω
Νοιώθω το μένος να ηρεμεί και
Ιδέες σχηματίζω εικονικά
Όταν τις πληγές αγγίζω.
Μνημόνιο
2
Το σκοινί
το βρεγμένο
με
σημάδεψε με ουλές βαθιές.
Η ζώνη
σου με τη βαριά αγκράφα
στριφνά
τη μνήμη μου σοκάρει
κι η μύτη
μου
στου
πόνου την ανάμνηση ματώνει.
Με την ίδια εικόνα
η καρδιά μου ανεβάζει
σε ρυθμούς ιδρωτικούς.
Το θυμητικό μου σαλεύει,
καταρρέει σε κομμάτια σκισμένου
κρυπτολέξου
και τα ψάχνω μόνος
όποτε εκδράμω απορημένος,
όποτε οι Νοσοκόμοι μου συνωμοτούν
υπέρ μου.
Γιατί
τους σαδιστές πατέρες
κάποιοι σέβονται
και τιμούν;
Αν το
ξύλο από κάπου βγήκε
δεν είναι
πάντως απ’ εκεί που εσύ
να
πιστεύεις έχεις συνηθίσει,
γιατί και
τον εκβιασμό, άγιο τον έχρισαν.
Υιό
μισθωτό
ξεθάρρεψες
να μ’ έχεις στα σαράντα σου
πλούσιε
και σπουδαίε τσιφλικά.
Το ισχνό παιδί το αλλοίμονο
για εκείνους τους πελάτες που
αγοράζουν
απ’ τα καχεκτικά παιδιά και μόνο.
Το σχολείο μου στέρησες
κατά καιρούς ακολουθώντας
της εμπορικής παραγωγής
τον
ετήσιο ευσταθή ρυθμό,
σταθερά
δημιουργώντας μου
μόρφωσης
κενά…
…τόσες φορές της Γεωγραφίας
την παράδοση είχα χάσει
και χάρακα στη παλάμη είχα υποστεί,
που τώρα χάρτη το μυαλό μου
να σχηματίσει δεν μπορεί
και προσανατολισμό δεν έχω
και χάνομαι στη νήσο ετούτη
ακόμη και στις ευκολοδιάβατες,
τις πιο ευθύγραμμα πολεοδομημένες
περιοχές
που με τέτοια συρρίκνωση και
προσφυγιά
λίγες παρέμειναν.
Υπάρχει νόμος
έκτοτε
κι ακόμη
πιο παλιά
για την
Παιδεία την υποχρεωτική
κι άμα ο
γονέας φέρει ευθύνη…
ΑΧ! Ποτέ
δεν καταδιώχθηκε, δυστυχώς!
«…Στα δεκατέσσερά μου
εκφράστηκα
σωματικά
και βία
άσκησα επάνω του
μα δεν
ήξερα γιατί,
πραγματικά,
σαν Βάρβαρος
ένοιωσα,
αιμοδιψής!»
ΠΙΑ ΤΩΡΑ
ΟΤΑΝ ΘΕΛΗΣΕΙΣ ΤΟΝ ΥΙΟ ΣΟΥ
ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΕΙΣ
ΟΣΑ ΠΑΡΑΤΗΣΕΣ ΣΤΗ ΜΕΣΗ
ΣΤΟ ΔΙΑΒΑ ΣΟΥ ΘΑ ΒΡΕΙΣ!
«…Οι
πρόγονοι ετέρων,
διαφόρων
και αδιάφορων
είναι
αίτιο γονικό,
δη
συγγενών ο πόθος,
επιβεβλημένος,
τον
αποβάλλω διακριτικά!»
Δόρυ απαράλλαχτο του πάθους για το μίσος
Ελλόχευσα εγκάρσια εις στόχον,
Να εξοστρακιστεί, μη σε σκοτώσω,
Ξέρω το τέλος σου ποιο θα ‘ναι
Εταίρε της μητέρας μου νόμιμε αγαπητέ
Χρόνια τώρα ποθούσα
Αισθητό το μίσος μου να γίνει,
Σαν τραύμα ψυχικό να σε πονέσει.
Αδύνατον το πατρικό σου τίποτα
Μες την καρδιά μου να χωρέσει
Εκεί το λάκκο χρόνια όμως έσκαβα μ’
ελπίδες,
Πέτρινο εκεί το θάβω τώρα
Ο Υιός, τριάντα έτη γηραιότερος,
Του βιολογικού μου κύκλου τη δεύτερη
στροφή
Έτοιμος, αμφίρροπος να διαβώ.
Με την άγρια του έπαρση να ‘χει
υποσταλεί
Αμέσως τι πιστεύω του είπα και
ξαλάφρωσα.
Ζορισμένος εργάτης που απέθεσε γι’
απόψε
Ιδιαίτερα ευτυχής το σακί το
τελευταίο.
Τέλος στις μομφές του με τα ώτα μου
κλειστά
Ολοκληρωτική από το μίσος αποχή
Υστατη φορά που του μιλούσα!
Τώρα σ’ ετούτη της ζωής μου την καμπή
Έτσι που την αρχή γνωρίζω και το τέλος
Ρήσεις χωρίς βρισιές εκσφενδονίζω
Με Λόγο αμιγώς δικανικό
Αλλά δηκτικό ικανά να το απολαμβάνω!
Κεφάλαιο
3. Εκ Της Μητρός
(Ψυχίατρος:) [ήχος κουμπιών μικρού κασετόφωνου]
τέταρτη ηχογράφηση
18/04/2010
... 00:05 μμ
δέκατη πέμπτη καταχώρηση
σκληρού δίσκου ... (πάροδος ενός μηνός από τελευταία ηχογράφηση) - διάγνωση
υπογενικής ονειρωκτικής σχιζοφρένειας. / παρουσιάστηκαν επεισόδια μόνο κατά τη
διάρκεια του ύπνου /... αδύνατο να καθοριστεί η συχνότητά τους.
Πρόβα ομιλίας για το αυριανό
συμβούλιο:
.../ Σχιζοφρένεια είναι μία σοβαρή νοητική ασθένεια
χαρακτηριζόμενη από ανωμαλίες στη σκέψη και στην αντίληψη που επηρεάζει 1-2%
του παγκόσμιου πληθυσμού- απώλεια συναισθημάτων
.../ Δυστυχώς ο ασθενής δεν
έτυχε θεραπείας από το πρώτο επεισόδιο με αντιψυχωτικά, που έχουν σκοπό να
εμποδιστεί ο καλπασμός και να συμβούν υπό παρακολούθηση τα επόμενα επεισόδια –
η άτυπη αντιψυχωτική φαρμακοθεραπεία στα πρώτα στάδια μέσω πρωτοπόρων
προγραμμάτων αποτρέπει την επανάληψη των
επεισοδίων σε πάροδο μικρότερη του ενός έτους...
Στοιχεία ασθενούς καταχωρημένα
φάκελος Β0016.
(Υιός:)
ΜΑΝΑ, ΓΙΑΤΙ!
ΙΣΩΣ ΤΟΤΕ ΑΝ ΔΕΝ ΕΣΦΑΛΕΣ,
ΣΑΝ ΤΙΣ ΥΠΟΛΟΙΠΕΣ ΕΓΚΥΜΟΝΟΥΣΕΣ
ΟΡΘΑ ΑΝ ΜΕ ΕΙΧΕΣ ΑΠΟΒΑΛΕΙ,
ΣΤΙΓΜΑ ΔΕ ΘΑ ΗΜΟΥΝΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ!
«…κοίτα
πίσω, μακριά,
τριάντα
χρόνια πριν,
αναλογίσου!
αυτό που
δε σου επέτρεψαν
ένοχες
συνειδήσεις
της
γενιάς εκείνης
και το
παρακμάζον ηθικό
ετούτου
του επιγείου
δήθεν παραδείσου…»
(Μάνα:)
-Ανάξια
είμαι γιε μου, μη με ρωτάς, αμυδρά θυμάμαι τη σκηνή που ζητάς! Μόνο τους ήχους
δύναμαι ν’ ανακαλώ με της μνήμης τον τιθασευμένο, γέρικο μοχλό. Τη μυρωδιά
εκείνη που κάθε φορά μ’ ανακατεύει προβάλλω στο συνειδητό μου κι εικόνα
σχηματίζω δειλά…
Επεισόδιο:
Άοσμα Κρίνα
Τριακόσια και πέρα θηλυκά κορμιά
παρθένα ή αγγιγμένα,
σιτευμένα ή και τρυφερά
εποχής φορέματα σκισμένα.
Βάρβαροι μας θωπεύουν
κάτω πάνω, πίσω εμπρός
Τον τρόμο μας ζυγίζουν μπράτσα στιβαρά
σε κάτουρο και αίμα βουτηγμένα
Με χοντρούς, στενόμακρους μίσχους
άτσαλα κομμένους
κάτω πεταμένα
τ’ Άοσμα Κρίνα τα σαδιστικά.
Γοργές
χωρίς ανάσα οι λέξεις
απ’ τα στόματα
των μελλουσών μανάδων.
Κι έπειτα
άναρθρες στριγκλιές
- διάλογοι του πάθους -
από βρώμικα στόματα αντρικά
άγρια τα “taka!!! taka!!!”
Με πνιγμένη εκπνοή
σάλιο και χώμα φτύνω
πολύ οξύ τον πόνο μου ψελλίζω.
Μάταια σφίγγομαι.
Σαν τεντωμένο βέλος εισχωρεί
στα έγκατά μου τα ζεστά
το πυροβόλο του Κατακτητή.
«μη! … το Θεό σου…! …σε παρακ…!»
Κι όλα τελείωσαν
άμα ο ανέντιμος
με κομπασμό κόρδωσε.
Καημέ μου,
εγώ με τις τριακόσιες κόρες μου
το παιδί του μήπως γεννηθεί
χρόνια τώρα
μία κοιλιά εγκυμονώ…
(Υιός:)
Είμαι το Βρέφος
που αρίθμησαν
στης σύλληψης την ώρα
Ψυχή που μ’
αίμα μόνο θα γεννιόταν
Σημάδεψαν
το δέρμα μου
με εισβολέα
λοστό καυτού σιδήρου μάρκα
ωσάν της
αγελάδας το μηρό
ο αριθμός
μου - η γενεά μου
την ώρα
που γεννιόμουν κρύφτηκε
να μην τα
δει το μάτι το γαλάζιο
Είμαι ο Υιός
εγώ ο ευλογημένος
που η μητέρα μου πόνεσε δις
για να γενώ
Πρώτη φορά στη βίαιη σύλληψη
και δεύτερη για την ελευθερία!
(Υιός - Μάνα:)
Εσύ Μάνα μίλησες!
Τώρα η σειρά μου είναι!
Ιδιο με σένα θα με δεις!
Ωραία!
Μίλα γιε μου, Υιέ
Όπως για χρόνια τώρα, ξανά θα
σωπάσω...
(Υιός:)
ΜΗΤΕΡΑ ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΕΠΡΑΞΕΣ
ΗΤΑΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΑΝΑΓΚΑΙΟ?
Πότε του
το ’πες,
μέρες;
μήνες;
ή χρόνια
γιομάτα δεκαπέντε
τον
άφησες,
πως του
ανήκω να νομίζει
έτσι που
σε μια μέρα μέσα
τόνους
ασήκωτους
το μίσος του
να κτίσει;
Αν τούτο μάθω,
τα άλλα
όλα
εύκολα θα
τα εξηγήσω
στη ψυχή
μου
για ν’
αναπαυτεί.»
ΤΟ ΛΑΘΟΣ ΣΟΥ ΕΝΑ ΜΑΝΑ,
ΟΛΟ ΕΤΟΥΤΟ ΤΟ ΚΑΚΟ,
ΜΑΝΑ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ‘ΚΕΙΝΟΝ
ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΤΟ ΕΙΧΑ ΜΑΘΕΙ
Επεισόδιο:
Μήτρα Σκληρή
Κόκκινη όρνιθα!
καλύτερο
δώρο πώς να μου τύχει,
Μάνα από
σένα,
στο
τριακοστό μου γενέθλιο μεσημέρι;
Μα τρεις μήνες πέρασαν
κι όσο κι αν κάθε ξημέρωμα
εκείνη κράζει επίμονα ν’ ανακοινώσει
πως αυγό θα γέννησε,
τον ορνιθώνα με τις άλλες να γεμίσει
ακόμη
αυγό δεν είδα
…μέχρι
ετούτη την αυγή
Δυο μήνες
αντέχει ένα αυγό,
γιατί έτσι
μου έχουν πει.
Ετούτο
που μου ξέβγαλε
θα
υποψιαστώ ψυχή πια πως δεν φέρει,
να, το
ρίχνω σε ποτήρι με νερό
και δεν
βουλιάζει,
στη μήτρα της μήνες πολλούς
το κράτησε η Μάνα κότα,
να μη γεννηθεί!
κλούβιο να γένει!
Το αυγό
το ίδιο μήτρα είναι,
σκληρή,
ανθεκτική, να φυλάει μια ζωή
μα αν
αγάπη δεν βρεθεί να το εκκολάψει
δεν
ξεθαρρεύει, το έμβρυο δεν θρέφεται
και
θάνατος επέρχεται μίας ζωής
που
αδίκως δεν επωάσθηκε.
«Έτσι
γεννήθηκα κι εγώ,
ο
Δυσανεκτικός Υιός,
από
υπερβολική αγάπη
πνιγμένος
στα υγρά μιας μήτρας
που δεν
ήθελε να μ’ αποχωριστεί.»
Μνημόνιο
3
Το γάλα απ’ το βυζί σου
χρόνια τρία πιπίλιζα,
σταγόνα – σταγόνα
ελάχιστο το ‘θελα
μην το αισθανθώ!
Μα το κεφάλι μου
ολοένα πίεζες να πιω
κι άμα μ’ άχτι τη ρόγα δάγκωνα,
να διαμαρτυρηθώ,
αγέρωχα εσύ - η Μάνα Θυσία
λέξη, άχνα δεν έβγαζες
στον πόνο μαθημένη.
Τρίτος Πόνος
που πέρασες για να γενώ
Μα όλη ετούτη
η πλατιά σου σιωπή η πονεμένη
χειρότερη απ’ του εντέρου
το ανακάτεμα είναι.
Που όλα ετούτα που ‘πρεπε
να ξέρω απ’ την αρχή,
απ’ το στόμα σου πριν λίγο τα έμαθα,
και την εξηγώ τόσο αργά
τη χρόνια ξινή δυσανεξία
στο γονεϊκό το γάλα,
και τα αβάσταχτα ξυπνήματα.
Μα τι ιδρώτας,
πόσο σφίξιμο!
Κι όμως, Μάνα,
ούτε στα δεκαπέντε, ούτε στα τριάντα,
ούτε στα σαράντα πέντε,
ούτε στα εξήντα,
ούτε και τώρα, Βρέφος πάλι,
δεν θα σε μαλώσω,
τόσο μόνο
σ’ αγαπώ...
(Μάνα:)
-Σ’
άκουσα Υιέ μια μέρα θυμωμένο να μου λες:
«Στίχον μουσικόν
εργάζειν ουκ εστί ποιείν
Αοιδούς
γάρ νεανίδες και νεανίσκοι εις γόνας επευφήμησαν, ποιητάς δε ουδέποτε»
και το
ραδιόφωνο έκλεισες μεμιάς.
Κι έτσι που κιότεψα, όσα τραγούδια της
αγάπης να σου σιγοψιθυρίσω σκόπευα, όσα μυστικά για τον πατέρα σου από μέσα μου
να βγάλω πάλεψα, λόγια που κόλλαγαν στα δόντια τα κιτρινισμένα και σα σάλιο βρώμικο
τα έφτυνα εις δυσμάς, εκεί που συνήθως ρέμβαζε.
Μη σε
πληγώσω.
Μη μισηθώ!
(Υιός:)
ΑΧ ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ ΜΑΝΑ
ΜΗΤΕΡΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
ΗΤΑΝ ΚΑΛΥΤΕΡΑ, ΑΛΗΘΕΙΑ,
ΝΑ ΕΙΧΕΣ ΤΡΙΣ ΣΤΑΥΡΟΚΟΠΗΘΕΙ!
«…Οι απόγονοι
δεν είναι
πάντοτε κτήματα
στη
σπουδαία τσιφλικαδική
οικογένεια
της κάθε εισβολής!»
Είμαι ο
αγαθός ο γίγαντας
ο Υιός
σου εγώ,
που
χίλιοι μόραλοι στρατιώτες
μέσα του
τον παλεύουν,
μην
ξεσπάσει,
μη σου
πει,
μην το πλαστικό
του προσωπείο
σκίσει
και φανεί
η οργή.
Και
παραμένω έτσι,
όπως όλοι
εσείς,
γαλήνιος
και μαλθακός.
Κεφάλαιο 4. ΡΗΞΗ
(Ψυχίατρος:) [ήχος κουμπιών μικρού κασετόφωνου]
πέμπτη ηχογράφηση
03/05/2010
... 11:55 πμ
πρώτη ηχογράφηση μετά τη
μετακίνηση του ασθενούς στο θάλαμο παρακολούθησης συνεχούς ύπνωσης / τριακοστός
φάκελος σκληρού δίσκου.../ επείγουσα μεταφορά σήμερον λόγω αδυναμίας αφύπνισης
μετά από ύπνο 48 ωρών. Ανησυχία για κώμα
.../ ηρεμία ύπνου .../ συνεχής άρθρωση
συριστικών ήχων με κλειστά φωνήεντα .../ ρυθμική δομή ήχου
Προετοιμασία αυριανής έκτακτης
αναφοράς στο συμβούλιο – θα απουσιάζω και θα μιλήσει η Άννα/
Διαπιστώθηκε σε εμετική και
πυρετική κρίση του ασθενούς, υψηλός βαθμός δυσανεξίας στο γάλα, έλλειψη δηλαδή
του ενζύμου που διασπά τη λακτόζη. / ...διάγνωση επίκτητης αιτιολογίας, μάλλον ελλιπής
ή καθόλου θηλασμός μητρικού γάλακτος. Δόθηκε οδηγία για συνεχή εξέταση ούρων
και παραχώρηση ζάχαρης σε υγρή μορφή για τροφή του εγκεφάλου και πιθανή
ενεργοποίηση αισθήσεων. Ο ασθενής δεν πάσχει από διαβήτη όπως εισηγήθηκε ο
συνάδελφος - η Άννα να τον υποδείξει μόνο.
Στοιχεία ασθενούς
καταχωρημένα φάκελος Β0016.
(Δεύτερος Νοσοκόμος - ελαφρά παραλλαγμένη φωνή Υιού:)
-Ιδρωμένος
είναι, δείτε! Τρέμει. Ψιθυριστά κατάρες
κι ευλογίες ξεστομίζει! Κοίτα, ξεραμένο
σάλιο... Να τον φωνάξουμε, πίσω να έρθει;
(Θαλαμάρχης
- ελαφρά
παραλλαγμένη φωνή Υιού:)
-Κάθε
φορά το ίδιο γίνεται κι όταν πίσω έρχεται, όλα τα ξεχνάει... Λέξεις δεν έχει να μας πει, το δρόμο της
καρδιάς λες κι έχει βρει, χωρίς σκέψη, εικόνες,
λογική. Αυτό το δρόμο ακολουθεί στην
έξοδό του ετούτη κάθε δεκαπέντε χρόνια.
(Υιός:)
[έντονη αναπνοή, ο Υιός για
λίγο μιλά ψιθυριστά] (Εδώ στης σκουληκότρυπας την αλλόκοτη ετούτη επιφάνεια
όπως γλιστράω, σαν κάποιο να ένοιωσα ξαφνικά να με ακολουθεί. Σίγουρος δεν είμαι, όμως στην πλάτη μου ο πόνος
ολοένα πιο οξύς! Προς τα πίσω γυρνάω.
Ε, ψιτ,
εσύ, μ’ ακούς που άγρια σε φωνάζω και σ’ εκλιπαρώ;
Αν και θα θέλεις να αισθανθείς το μένος όσων
έχουν ειπωθεί, να εκστασιασθείς, να ιδρώσεις και να εξιλεωθείς, διαλέγω σε
λεπτομέρειες να μην εισέλθω για ετούτο το επεισόδιο με τον πατέρα μου με τα
επιχειρήματα και τις ανώφελες του παρελθόντος επαναφορές, που είτε όλοι είχανε
δίκαιο, είτε κανείς. Παρατράγουδο ας παραμείνει. Τώρα που έχω θυμηθεί μ’ αυτόν
τι έχω ζήσει, πια δε νοιάζομαι για μένα.
Στο σημείο ετούτο σε καλώ απ’ του οίστρου
την απορρόφηση που εγκυμονεί ο λόγος μου ετούτος να αποξενωθείς, και σ’ όσα μυστικά
μου μυηθείς, να μην ταυτιστείς, τέρατα του μυαλού μου είναι, μην τα φοβηθείς!)
Όλα τα κακά ετούτα και τ’ ανήθικα!
Τρομάζω!
Ιλιγγος! Το Equilibrium μου!
Παθιάζομαι και σκιάζομαι!
Ωμά τα λόγια γεύομαι...
Λες κι άλλος να τα έχει ξεστομίσει...
Αλλά όχι, φίλοι, μαθητές και δάσκαλοι
Θέλω να σας εξιλεώσω...
Οσο μπορώ θα ανθίσταμαι!
Σαν Γνήσιος Υιός θα
ηθικολογώ!
Αχ, Χρόνε
και Θεέ,
του
ανεκπλήρωτου κενού μας Γόνε.
Πώς με
ξεγέλασες και μ’ έβαλες να ζω
σε τάξη
και ρυθμό,
και σε
ευθεία οδό,
σαν
τραίνο να σφυρίζω,
και τη
ζωή να στερηθώ;
Μα
κύκλους Χρόνε κάνεις,
Θεέ, έρχεσαι
πίσω
-τα
κύτταρα μου κι η Αναγέννηση-
Έτη
δεκαπέντε του μυαλού μου
άμα
κλείσω
-φρέσκος
Υιός-
Και τότε το
ανοίγω
-σα
σήμερα -
που ελεύθερα περιπλανιέμαι
χωρίς
λέξεις να γεύομαι χαρά και πίκρα,
παρά με
την καρδιά μου πια…
«είναι να μην ξεφύγεις...»
Μνημόνιο
4
Ποθώ τον
Καντ να ενστερνισθώ
και να σας μολυβώσω πανηγυρικά
με χιλιάδων τόνων Ηθική Καθάριου Λόγου,
αν μ’ άφηνε εκείνος ο Φουκώ
… μα
παιχνιδιάρης επανέρχεται,
καθ’ όλα θελκτικός
και με οπίσθια
χαστουκιά
ανάποδα
όπως με βαστάει
θεσπέσια μ’
επαναφέρει
και με
ξεγεννά
-πρώτη
πνοή και κλάμα!-
για άλλη
μια φορά.
Να! Τώρα
ζωντανός, λαλίστατος
φουσκώνω
σαν μπαλόνι με ήλιο.
Να! υπερίπταμαι
και να! Υπενθυμίζω
των σφαλμάτων σας τις δερματοστιξίες,
τα ανεξίτηλα σημάδια.
- του δέρματός σας στίξη και χαρά σας!
Μα πώς εγώ να σας αλλάξω κόμη
Αφού εμένα δεν κατάφερα
Στο μάγουλό μου
Καν χαστούκι ν’ αποθέσω,
Ακόμη…
«Βαρέθηκα τους κομπασμούς μου!»
Γλωσσολογικά και διανοουμενίστικα
ποθώ,
το πάθος μου ίσως
αν χωρέσω σε μια λέξη
μπορεί και να σωθώ.
Από μία τρίχα κρέμεται η λογική μου
πριν ξαναεισαχθώ,
αμέτε!
ακούστε!
Τέρας μισογονεϊκό, θέλω και είμαι!
«…Άμε και συ…έχω ήδη εκραγεί»
Επεισόδιο:
Σπαραξικάρδιος Σαγηνευτής
Τέρας
ρηξικέλευθο να είμαι, πια δε θέλω
Μη σας
κουράζω
με λέξεις
χωνεμένες,
που
ειπώθηκαν
από τους
λόγιους εριστικούς
Και
γλώσσα συ
μη μου
ζητάς να δώσω
με μέτρο
της αντίληψης
που
ξεγλιστράει απ’ το νοητό,
αργά,
βραδύτατα ίσως,
με μέτρο
του συρμού.
Αμετροέπεια
πιότερο ταιριάζει
στους
δρόμους της καρδιάς
όταν
δακρύζει τραγικά
και δίχως
λέξεις πνίγεται
Κέλευσμα!
Ρήξη!
Πώς με
τέτοιο άγριο κάλεσμα
να
αποφύγω
προοδευτικό
τον ανταγωνισμό
μ’ ετούτο
το κομμάτι
του
εαυτού μου που μισώ;
Πώς να μη
θέλω
καλύτερη
η γλώσσα μου να γίνει
που ζωή
μου και ταυτότητά μου
είναι η
μόνη αυθεντική
«…θα
παράξω λέξεις,
μέσα σου κάτι να χαράξω
κι ύστερα μόνος ας σπαράξω.»
Επεισόδιο:
Συμφέροντα Λεξιλογικά
Ποθώ
λέξεις εσάς
όσο το
ίδιο μου το σώμα,
σαν
ερμαφρόδιτο ον,
σαν της
θάλασσας
τον
περήφανο ιππόκαμπο πατέρα
που τα
παιδιά του ο ίδιος εγκυμονεί…
Τέρας
λεξιμηρυκαστικό είμαι, άθελα.
Κάθε
γνώση που λαμβάνω
την
αναπλάθω
και τη
διαστρέφω
για να μ’
εξυπηρετεί
γι’
άγνωστο συμφέρον λεξιλογικό
που εγώ επινόησα…
σε
δυσπόρθητο περιβάλλον λεξιπλαστικό.
«Βαρέθηκαν κι αυτοί τους
κομπασμούς μου...»
Αχ, Χρόνε
και Θεέ,
της
αδυναμίας τους Ταγέ.
Πώς την
έπαθες μ’ εμένα
και επείσθης
πως ρόλο
θα ‘χα στη ζωή να αγαπώ
αν
τυφλωνόμουνα με τις θρησκείες
και με
νόμο κυβερνητικό;
Σε τάξη
και ρυθμό
και σε
ευθεία οδό
Ρίχνω
τους άρρυθμους
λευκούς
του σκότους πόρνους
μέσα στο τρίτο
μου μυαλό!
Και μαζί
τους
κάθε δεκαπέντε
έτη
πηδάω στο
κενό.
«να με
πάλι εδώ
πάντα
έτοιμος
τη
λαβωμένη μνήμη μου
να προκαλώ…»
Είμαι ο Υιός εγώ ο πικραμένος μιας φυλής
ετούτης
της γενιάς που αιμοδιψεί
Τέρατα
είμαστε της γνώσης, της σπουδής
Και
βασανίζουμε μ’ αυτή
Εαυτούς
κι αλλήλους
Για εκείνη
τη θέση της περιωπής
Και της
ολκής του πλούτου
Αποδοχή
ζήτησα με ένα βλέμμα μου,
ο πόθος
διακαής …
στην
οικογένεια, στην εργασία,
στις
συναναστροφές κι όπου αλλού
κι οι
πρώτοι απορρίψαντες οι ίδιοι μου
οι δημιουργοί!
«…Του
μίλησα του γέρου μου ξανά,
του έκανα
τη χάρη»
[αδύναμε!]
Κεφάλαιο 5. ΛΗΘΗ
(Ψυχίατρος:) [ήχος κουμπιών μικρού κασετόφωνου]
έκτη ηχογράφηση
20/05/2010
... 11:58 πμ
έβδομη ηχογράφηση τρίτου
μηνός. Ασθενής ξύπνησε σήμερα απόγευμα απρόσμενα .../ καμία επικοινωνία με
περιβάλλον /... εφίδρωση και σάλιο χωρίς όμως υψηλή θερμοκρασία .../ συνεχές
μουρμουρητό με επανάληψη φράσης που έμοιαζε με «γυάλινο .... κάτι» ανάμεσα στο
ρυθμικό τόνο με τις έντονα βαθιές εισπνοές .../ χορήγηση 200 μικρογραμμαρίων
λίθιουμ για εξισορρόπηση του αναχιδονικού οξέως και των πρωτεϊνών
Διάγνωση τρίτης εξετάσεως MRI: διαπιστώθηκε διόγκωση αμυγδαλών και του ιππόκαμπου
τοποθετημένου ανατολικά του εγκεφάλου, χωρίς όμως να έχει επηρεαστεί η μάθηση,
όπως είχαν δείξει κάποια απλά διαγνωστικά.
Επηρεάστηκε προφανώς μόνο η ποιότητα και το ποσοστό επαναφοράς
μνήμης.../ συμπεραίνεται ασταθής έκκριση σερετονίνης και ενδείξεις
μανιοκατάθλιψης. Συνίσταται Βενλαφαξίνη.
.../ Πιθανή αδυναμία
συμπίεσης αισθημάτων μίσους στο ασυνείδητο που στα δεκαπέντε - όπως απεκάλυψε
τελικά η μητέρα του σήμερα πρωί - εξέφρασε προς την ίδια και τον πατέρα του
μετά από την αποκάλυψη της καταγωγής του/... Εμπιστευτικά μου παραδέχτηκε η
μητέρα του ότι η ίδια είχε υποστεί βιασμό από τον οποίο κατέστη έγκυος. [Αυτό, Άννα, να μην καταγραφεί στα άμεσα
προσβάσιμα στοιχεία του ασθενούς]
.../ Επείγει να διεξαχθεί
έρευνα για τις αντιδράσεις της μητέρας προς το παιδί, καθώς και τη βιαιότητα
του πατέρα. Πιθανή δημιουργία ψύχωσης
εναντίον του πατρικού προτύπου. Αλλαγή πλεύσης από διάγνωση για σχιζοφρένεια προς
απλή διαταραχή προσωπικότητας και αυτοπειθαναγκασμού. .../ να χορηγηθεί
Φλουπεξιντόλη, άμεσα.
... /πιθανό αίτιο δημιουργίας
δευτέρου «Εγώ» καθώς τέτοιο μίσος είναι συνειδητά αβάσταχτο λόγω κοινωνικής
αλλά και αυθυποβαλλόμενης πίεσης.
Ολοκλήρωση Διάγνωσης. Γραπτή
καταχώρηση στο φάκελο Β0016
Στοιχεία υπόθεσης ανατροφής:
καταχωρημένα έγγραφο Β0016β-1.
(Υιός:)
Ό,τι ποθώ
μπαίγνιο της λογικής μου
σε φίλτρο αυστηρότερο
απ’ της μάνας μου τα όχι.
Μένει εκεί, αδιήθητο
- φωνή στεντόρεια το ΜΗ -
τομή,
σκίσιμο,
σαν άγχος ανεξήγητο,
φούσκωμα της καρδιάς
με εκείνο τ’ αέριο που πονάει!
... φευ! έτσι να νοιώθουν άραγε οι
ατυχείς
όταν το αριστερό το μπράτσο
μυρμηγκιάζει,
κι επέρχεται
το προμηνούν εκείνο μούδιασμα;
Επεισόδιο:
Στο Επτά Της Ειμαρμένης
Με γαλάζιο μάτι που σκουραίνει
όταν προς βορά κοράκι βαίνει
κι άμα στόμα βαριά ανασαίνει
παραμονεύει εχθρός.
Είναι που
χέρι χωλαίνει
κι η στηθάγχη γοργός μαστροπός
Και όταν έρθει η στιγμή
και τα πόδια λυγίσουν
ανακούρκουδα τα γόνατα
χαμαί να σου αφήσουν
το ωροκάρδιο ρολόι χτυπάει
της ειμαρμένης
το τελευταίο επτά.
Και το σώμα απίστομα κείται,
οριστικά.
Το ακουστικό μεταφέρει
ένα πνιγμένο «βοή...»
στο πουθενά
και άπρακτο πέφτει
και όπως πάντα
παλινδρομικά ταλαντεύεται
απ’ το βόστρυχο καλώδιο
λίγες φορές,
αλλά αρκετές...
«τέτοια προσβολή
σκότωσε την καρδιά μου
μόλις μου
παραδέχτηκαν
το
μυστικό
που
χρόνια έκρυβαν,
και όλα
που νόμιζα αληθινά
μαζί μου
πέθαναν μεμιάς.»
(Θαλαμάρχης-ελαφρά παραλλαγμένη φωνή Υιού:)
-Νοσοκόμε, κάτι κακό προαισθάνομαι... Δεν
ιδρώνει πια, ασυνήθιστα ήρεμος είναι, να τον συνεφέρω; Να γλυτώσουμε κι εμείς;
(Δεύτερος Νοσοκόμος-ελαφρά παραλλαγμένη φωνή Υιού:)
-Ξεχνάτε, Θαλαμάρχη, ότι στην Αναζήτηση ετούτη
ταγμένοι είμαστε; Σωματοφύλακές του μα και
οδηγοί; Μια μέρα σίγουρος είμαι θα
θυμηθεί όλα εκεί έξω που αντικρίζει, και λόγια θα ‘βρει να μας πει...
Όχι! Θα τον αφήσουμε να έρθει μόνος, όπως χωρίς
ψυχής καθοδήγηση ένα νέο μονοπάτι κάθε φορά ανακαλύπτει.
(Υιός:)
Το τελευταίο εκείνο τσιγάρο ποθώ
Μνημόνιο
5
Μ’ ότι λέω απεμπολώ το Ψέμα που χρόνια
μου πουλούσανε εκείνοι, τα αυθεντικά σύμβολα
του φαιδρού γονεϊκού καθοδηγητισμού,
μηΤΕΡΑ! – παΤΕΡΑΣ!!!
Μάνα-Τέρρα και το Τέρας!
ο Πατήρ Υιός της, μα ποτέ ΥΠΟ ΤΗΣ!!!
Και σαν από παράλληλο χρόνο απ’ άλλη
διάσταση μου αποκαλύπτεται ξανά απόψε
η απόκρυψη της μίας γονικής μου
ρίζας,
ότι πατέρας μου είναι άγνωστος
εισβολέας βιαστής!
Δεκαπέντε
χρόνων κάπνισμα
που
κόπηκε εν μιά νυκτί
κι ας άρχισε στα σπάργανα
της τρυφεροτάτης μου,
ομολογουμένως,
εφηβείας.
Λογική;
Φίλτρο ηθικής;
Ποιος
ξέρει, ακόμη ηρωικά υπομένω τη βασανιστική αποχή. Το αίσθημα το λερωμένο ετούτο του καπνού έρχεται
πια μετά από τις σπάνιες πλέον ταχυφαγίες.
Ίσως κι αυτός ο ίδιος ο Εθισμός
άλλη μια μνημονική σύνδεση να ‘ναι, ψηφιακή πληροφορία στα κύτταρα
της
μακροπρόθεσμής μου μνήμης που παραπαίει και πάει σε ξεχασμένα νευρειλήματα που
θ’ αχρηστεύουν, ελπίζω,
με την
απραξία. Δεν αδράνησαν ακόμη. Θυμάμαι.
Αλήθεια,
ή Λήθης φάντασμα
για να ξεχνώ;
Αλήθεια,
Γιατί απ’ τη ζωή μου κάτι
Ανάγκη να ‘χω για να θυμηθώ
Νόμο και κανόνες για το μνημονικό
Αφού με στήσανε με εικόνες-λόγια,
Καμωμένες λέξεις πλαστικές
Της μάνας μου περιγραφές
Ικριώματα για ν’ ανεβαίνω
Σε πύργους ευτυχίας
Με φράσεις μαγικές
Ενώ απ’ του πατέρα μου το στόμα
Να ξεχύνονται έκτοτε
Επίμονα παράπονα και φρούδες απειλές
Σαν να ‘μουνα εγώ ο φταίχτης.
Μάγμα υπόγειων πόθων
Νάρκες κολλημένες στη ψυχή,
Ηδύποτα, Σοκολάτες, Έρωτες, Τσιγάρα
Μπας και το υλικό του Χρόνου είστε
Ενίοτε του ανθρώπου να ποιείτε μνήμη
Σε κίνδυνο να ‘ναι να εκραγεί;
Κεφάλαιο 6. ΛΥΤΡΩΣΗ
(Ψυχίατρος:) [ήχος κουμπιών μικρού κασετόφωνου]
έβδομη ηχογράφηση
23/01/2011
... 18:58 μμ
.../το προχωρημένο της
ηλικίας του ασθενούς και η έλλειψη εντατικής παρακολούθησης δεν έχει επιτρέψει βελτίωση της σχιζοφρενικής
κατάστασης, όμως έχει παρατηρηθεί μεγαλύτερη ένταση στον ύπνο, χωρίς συμπτώματα
σχιζοφρενικής κρίσεως, ένδειξη αφύπνισης τραυματικής μνήμης, θετικό βήμα προς καταστολή.
../Αντικαταθλιπτικά και βενζοδιαζεπίνη συνίστανται από τώρα και
στο εξής, καθώς ο ασθενής έχει επιδείξει ανοχή στην τολμπουταμίδη. Άννα,
σημείωσε C12H18N203S.
.../Ο συνδυασμός βιταμινών
δεν θα επηρεάσει τη χρήση του ηρεμιστικού, αν καταπίνεται κατά τη διάρκεια του
προγεύματος ή του μεσημεριανού φαγητού.
.../Σήμερα ο ασθενής
απευθύνθηκε σε μένα ως «γιατρό» και όχι «νοσοκόμο» – πιθανή εκδήλωση προθυμίας
για αποδοχή επαφής με περιβάλλον.
Στοιχεία ασθενούς
καταχωρημένα φάκελος Β0016.
(Υιός:)
Είμαι ο Υιός των βιασμών.
Έτους σκλαβιάς κι ελευθερίας,
ελευθερίας της σκλαβιάς
Πάγος που έλειωσε
και βράχηκε το χώμα
με το σπέρμα που μου έδωσε ζωή,
κι ας το καταράστηκε η μάνα
στη σύλληψή μου επάνω
με τριακόσιες άλλες
και τη Μάνα τους μαζί.
-άλυτη κατάρα-
είμαι ο Έλληνας ο Βάρβαρος,
ο Βάρβαρος ο Έλλην.
Κάπου εδώ χάνω το εγώ,
στα δύο
το μοιράζω
και
αγκομαχώ.
ΜΑΝΑ, ΠΑΤΕΡΑ
ΑΧ ΚΑΘΡΕΦΤΗ ΜΟΥ ΚΙ ΕΣΥ,
ΝΑ ΜΗΝ ΤΟ ΕΙΧΑ ΔΙΑΙΣΘΑΝΘΕΙ,
ΑΓΕΝΝΗΤΟΣ ΚΙ ΕΓΩ ΠΩΣ ΕΙΜΑΙ;
Μνημόνιο
6
Πάντα
ακίνητος στεκόμουνα μπροστά τους,
βουβός,
τυφλός κι οσφυοκάμπτης. Η μνήμη μου σήμερα είναι εδώ. Απέναντι μου είναι ο
παλιός καθρέφτης που μάζεψα απ’ το πατρικό μου
με την άδειά της.
Το Τίποτα που απέβαλα και έθαψα
με σπρώχνει προς τα εκεί,
εμένα να κοιτάξω με τα γυάλινα του μάτια,
που τους δυο γονείς μου ανελλιπώς παρακολουθούσαν
μες το μεγάλο δίχωρο υπνοδωμάτιο. Τους μελετούσε ο καθρέφτης στο κρεβάτι
ξαπλωμένους να πλέκουν τους μύθους
που θα μου πουλούσαν σε τιμή
ευκαιρίας ν’ αγοράσω.
«…Πάντα την αγορά ξοφλούσα
με αθώο, παιδικό,
συγκατάνευσης χαμόγελο.»
Δε μου το αποκάλυψε ο γυάλινος προδότης,
λυσσασμένος θα τρέξω επάνω του
πάνω μου να φάω τα μούτρα μου,
να ματωθώ!
Τον Έλληνα ή το Βάρβαρο να σκοτώσω
να γίνω άνθρωπος ένας,
η αύρα μου αδιαμαρτύρητα να με
χωράει
μ’ έναν πατέρα
και τότε το Γαλάζιο Μάτι θα ξεχάσω
κι ίσως λυτρωθώ!!!
ΠΟΣΟ ΠΟΛΥ ΜΕ ΑΔΙΚΗΣΑΤΕ
ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΙ ΜΟΥ...
ΤΟ ΜΟΝΟ ΣΠΛΑΧΝΟ ΖΩΝΤΑΝΟ
ΕΔΩ ΠΟΥ ΑΦΗΣΑΤΕ!
[έντονη
αναπνοή, ο Υιός για λίγο μιλά ψιθυριστά] (Κοιτάζοντας απ’ τα επτά μέτρα
ετούτον τον κακοήθη εχθρό που από διάθλαση αντίστροφο της αλήθειας τον κόσμο ανέκαθεν
μου δείχνει,
μόλις που
το είδωλό μου διακρίνω.
Πώς να μη
θέλω να καινοτομήσω, κι εσάς συγγραφείς να ανταγωνιστώ, τον καθρέφτη άμα
λιθοβολήσω και τον εαυτό μου και Έλληνα και μη να αφανίσω, χωρίς να σκοτωθώ,
αφού τη ζωή μου πρώτα απ’ όλους αγαπώ!)
"Έτσι που τώρα
να μην
ξέρω
αν το
γονίδιο μου
ξενικό το
μισό περήφανα θα ονομάσω
ή ον αν θα
φημίζομαι ελληνικό!»
Κεφάλαιο 7.Επιστροφή Υιού
(Ψυχίατρος:) [ήχος κουμπιών μικρού κασετόφωνου]
όγδοη ηχογράφηση
04/02/2011
... 18:42 μμ
/ ο ασθενής μετά από
συνομιλία μαζί με το Θαλαμάρχη (μου το είπε σήμερα σε ανεπίσημη συζήτηση που
είχαμε γι’ αυτή την ομολογουμένως ιδιάζουσα περίπτωση), τρεις μέρες πριν
υποπέσει σε λήθαργο εξέφρασε διφορούμενα συναισθήματα προς τον περίγυρο και
ειδικότερα την οικογένειά του.../ ήρθε
σε αντίφαση δύο φορές αναφερόμενος στον πατέρα του, λέγοντας ότι δεν τον
γνωρίζει, ενώ παράλληλα τον αποκαλούσε με το όνομά του .../ με συνεχείς συναισθηματικές
εκκενώσεις, ζητούσε βοήθεια από το Θεό λέγοντας ότι ο χρόνος τον εγκατέλειψε -
παράξενη αντίδραση, μάλλον αλληγορική και χωρίς συνοχή. Νομίζω έχω κάνει αρκετά λάθη στη χορήγηση
φαρμάκων, ελπίζω να μην έχω δημιουργήσει προβλήματα υγείας, θα ζητήσω να γίνουν
χημικές εξετάσεις και MRI στα ζωτικά του όργανα, ελπίζω να μην είναι αργά...
Στοιχεία ασθενούς
καταχωρημένα φάκελος Β0016.
(Υιός:)
Αχ, Χρόνε
Θεέ,
πού να
‘ξερα
την τέχνη
πως κατείχες για να πλέκεις
φανελάκια
δικτυωτά σαν το δικό μου
που απ’
τον τελευταίο κόμπο αν το ξεμοντάρω μέχρι την πρώτη σταυρωτή
και τη Μάνα
τετραπλά θα αγαπήσω
και δύο Πατεράδες
Άξιους Εραστές
της θα τιμήσω,
και με
την καρδιά και με τη λογική …
ΤΙΜΗΜΑ
ΙΣΧΥΟΝ
ΠΥΡΙΝΟ
ΟΠΟΙΟΣ
ΤΡΕΜΕΙ
ΑΓΑΠΑ
Τα
σκαλοπάτια ετούτα πάλι κατεβαίνω
Άπραχτος
κι ου Πατήρ
τη λογική
σας ν’ ανταμώσω.
Ένα
παράθυρο ανοικτό μες το μυαλό μου πάντα οι εννέα νοσοκόμοι θα μ’ αφήνουν,
να
επιστρέφω, φως να βλέπω,
απ’ τις
σκιές να φεύγω,
κι ύστερα
πάλι
δεκαπέντε
χρόνια λίγα είναι,
«το
γαλάζιο μάτι
να το
ψάξω
θα με
περιμένει.»
Επίλογος
[Οι
νοσοκόμοι και οι ποιητές γιορτάζουν την επιστροφή και την απαρχής πνευματική
ανανέωση του Υιού]
Ύστατο Επεισόδιο:
Συζήτησις περί Επαναφοράς
(Γιλγαμές- παραλλαγμένη φωνή του Υιού:)
-Ουρούκ γάρ
άστυν αφήσας κι άσματα το χαμό μου να θρηνούνε δώδεκα, τριάντα αιώνες τώρα, εσένα
τάσσομαι να ιάσω. Υιέ! φυλάξου!
(Σαπφώ- έντονα παραλλαγμένη φωνή του Υιού:)
-Χρόνος
τε Δαίμων γνώσιν τινά έλανθανον εις τας
φρένας βρέφους γηραιού. Ευκταία η λύσις...
(Πλάτων- παραλλαγμένη φωνή του Υιού:)
-Οποία
λύσις! Ούκ! Σκηνής προσωπεία! Πλάνας οικτράς ενέκρυψαν Υιού τούτου άσματα τε
και κλαυθμοί!
(Αριστοτέλης- παραλλαγμένη φωνή του Υιού:)
-Τα ώτα
μεν σφάλει, απ’ τους άφωνους δε τα νώτα κρύβει! Αοιδού τοις ρήμασι ακήκοας, αληθέστερον
ου γνώσεις!
(Δάντης - παραλλαγμένη φωνή του Υιού:)
-Πολύ θα
το ήθελα γρήγορα να συνέλθει στα σύγκαλά του να είναι όταν μας πει ποια αλήθεια
κρύβεται εκεί έξω που την είδε.
(Τ.Σ. Έλιοτ - παραλλαγμένη φωνή του Υιού:)
-Εγώ με
τη σειρά μου σιωπώ κι αγαλλίαση νοιώθω, σαν κάθε δεκαπέντε έτη, πρόθυμα μ’
επαναφέρει.
(Άπαντες
εν μιά φωνή- παραλλαγμένη φωνή του Υιού σε συνεργασία με τις φωνές της Μάνας και του
Ψυχιάτρου:)
-Εις το επανιδείν.
(Πατέρας – ηλεκτρονικά παραλλαγμένη φωνή του
Υιού:)
Τα χρόνια
έχουν πια το δέρμα σου διπλώσει στην πλάτη σου εδώ στο κέντρο, που χρόνια πριν
μ’ είχες αποτυπώσει, τότε, στα δεκαπέντε σου, στην πρώτη και μοιραία σου
επανάσταση...
Τον πόνο που ένοιωσες απ’ τη ζεστή βελόνα
όταν σου χτύπησαν εκεί τη δερματοστιξία,
σ’ εμένα τον εξέπεμπες όλα τα χρόνια ετούτα, εγώ ο φταίχτης για το τσούξιμο μέχρι
το δέρμα σου να γιατρευτεί και το «σπουδαίο» σου σημάδι εμφανιστεί,
- ένα
γαλάζιο μάτι -
στην
πλάτη σου εκεί που δε θα το ‘βρισκες ποτέ.
Δεν άργησες, γρήγορα ξέχασες τον όρκο που
έταξες να με μισείς. Άρχισες να μ’ αναζητάς
χαμένος στου μυαλού σου τους ξέχωρους λαβυρίνθους. Για την αλλοφροσύνη σου έφταιξες πάσα τη
γενεά σου και νόμιζες πως λύτρωση θα βρεις μακριά απ’ το Χρόνο όταν τρέξεις με
δικαιολογία μια ανόητη έπαρση, ότι γαλάζιο μάτι σε εκλιπαρεί να το λυτρώσεις...
Μόνο που, Υιέ, πιο μπροστά όσο τρέχεις, στην
πλάτη σου όπως είμαι τυπωμένος, το παρελθόν σου μαρτυρώ κι αποτυπώνω.
Και γίνομαι αυτό...